Αντρέας Κιντλ: Η Νέα Στρατηγική Της Γερμανίας Στα Κοινωνικά Μέσα

Τι κοινό μπορεί να έχει ένας διαδικτυακός διαγωνισμός για τα καλύτερα γερμανικά χριστουγεννιάτικα γλυκά από Έλληνες, με ένα βίντεο του Γερμανού πρέσβη στην Αθήνα για τον αγώνα ΑΕΚ-Μπάγερν και μια πινακίδα στο Αφγανιστάν που αποτρέπει την παράνομη μετανάστευση; Είναι όλα μέρη της νέας στρατηγικής επικοινωνίας του Υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας, που αξιοποιεί τα ψηφιακά μέσα και εργαλεία για να βελτιώσει την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό.

 

 Εδώ και περίπου τρία χρόνια, το γερμανικό ΥΠΕΞ διαθέτει μια νέα Διεύθυνση Στρατηγικής Επικοινωνίας που αξιοποιεί τα ψηφιακά μέσα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στο πλαίσιο μιας πιο ανοιχτής προσέγγισης με το κοινό, κυρίως εκτός Γερμανίας. Υψηλόβαθμα στελέχη της γερμανικής διπλωματίας, αλλά και σχεδόν όλες οι πρεσβείες και τα προξενεία της Γερμανίας ανά τον κόσμο, έχουν πλέον δραστήριους λογαριασμούς στα δημοφιλέστερα κοινωνικά μέσα. Τουιτάρουν, ανεβάζουν «stories» στο Instagram, κάνουν γενναιόδωρα «like» και «share» στο Facebook, και γενικά κοινωνικοποιούνται σαν κάθε χρήστης που δεν θέλει να μένει αόρατος και μόνος.

 

 Την ίδια ώρα, επιχειρείται η αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης, κυρίως το κομμάτι της που οι ίδιοι αποκαλούν «διαχείριση αντίληψης», μέσα από επικοινωνιακές καμπάνιες που δίνουν στον υπόλοιπο κόσμο «μια ρεαλιστική εικόνα της Γερμανίας, της πολιτικής της ΕΕ κλπ», όπως εξηγούσε ο επικεφαλής της συγκεκριμένης Διεύθυνσης Στρατηγικής του Ομοσπονδιακού ΥΠΕΞ της Γερμανίας, Αντρέας Κιντλ (@GERonStratCom στο Twitter), μιλώντας στο Global Media Forum της Deutsche Welle, που το ΑΠΕ-ΜΠΕ παρακολούθησε πριν από λίγες μέρες στη Βόννη.

 

 Σε κάποιες περιπτώσεις η νέα αυτή στρατηγική μπορεί να σημαίνει ότι στελέχη της υπηρεσίας δραστηριοποιούνται π.χ. σε ομάδες του Φέισμπουκ, αντικρούοντας τη διάδοση φημών που το γερμανικό ΥΠΕΞ θέλει να ανακόψει. Ως χαρακτηριστική αναφέρθηκε η περίπτωση του Αφγανιστάν, όπου το 2015, η γερμανική κυβέρνηση αναρτούσε πινακίδες δρόμου, καλώντας τους ντόπιους να μην ξεκινήσουν το ταξίδι της μετανάστευσης προς τη Γερμανία, τονίζοντας τους κινδύνους και αντικρούοντας τις προσδοκίες ότι θα βρουν δωρεάν σπίτια κλπ. Στην σχετική στρατηγική έχουν πλέον προστεθεί μια ειδική ιστοσελίδα (rumorsaboutgermany.info), μηνύματα μέσω Facebook κ.α.

 

 
Σε άλλες περιπτώσεις, μπορεί να είναι πιο ανάλαφρα θέματα που επιτρέπουν τη βελτίωση των διμερών σχέσεων, όπως το μήνυμα του τελευταίου πρέσβη στην Αθήνα Γενς Πλότνερ για τον ποδοσφαιρικό αγώνα ΑΕΚ-Μπάγερν, τον Οκτώβριο του 2018. Ο Α.Κιντλ μίλησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το πώς αυτή η νέα προσέγγιση εφαρμόζεται και στην Ελλάδα:

 

 «Τα τελευταία χρόνια έχουμε διεξάγει μια, ας πούμε, επανάσταση», μας λέει ο κ. Κιντλ. Προηγουμένως «είχαμε το σύστημα που σχεδόν κάθε υπουργείο Εξωτερικών έχει, με έναν εκπρόσωπο που είναι ο μοναδικός που μπορεί να μιλήσει εξ ονόματος του υπουργείου και του υπουργού. Αλλά, βέβαια, νέα μέσα, νέα κατάσταση, νέο τοπίο.. έπρεπε να προσαρμοστούμε. Αυτό που εισάγαμε πριν από περίπου ένα χρόνο είναι οι ατομικοί, προσωποποιημένοι λογαριασμοί ορισμένων από τα πιο υψηλόβαθμα μέλη της διπλωματικής υπηρεσίας. Αυτή την ιδέα την είχαμε και στο παρελθόν, για τις πρεσβείες, Για παράδειγμα ο τελευταίος πρεσβευτής στην Αθήνα, Γενς Πλότνερ ήταν πολύ ενεργός στα social media. Κι άλλοι πρεσβευτές μας στον κόσμο μπορούσαν και ενθαρρύνονταν να το κάνουν. Ελάχιστες πρεσβείες μας δεν έχουν, πλέον, λογαριασμούς».

 

 Εκτός από τις πρεσβείες, έχουν ενεργοποιηθεί και περίπου 15 κορυφαίοι διπλωμάτες στις κεντρικές υπηρεσίες, οι οποίοι επιτρέπεται να τουιτάρουν σχετικά με τους τομείς εξειδίκευσής τους. «Για παράδειγμα ο σύμβουλός μας για θέματα Διεθνούς Δικαίου, ο διευθυντής Πολιτιστικών Θεμάτων, ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Διεύθυνσης, μπορούν να τουιτάρουν μόνοι τους, αυξάνοντας, βεβαίως, την απήχηση των μηνυμάτων που θέλουμε να δώσουμε. Νομίζω ότι είναι ένα πολύ επιτυχημένο πείραμα. Κάποιοι από εμάς, βέβαια, ανησυχούν ότι μπορεί να ξεσπάσει κάποια έντονη δημόσια αντιδικία, αλλά δεν έχει συμβεί κάτι μέχρι σήμερα», αναφέρει ο κ. Κιντλ.

 

 Μια άλλη φόρμα επικοινωνίας που χρησιμοποιείται είναι το podcast (προηχογραφημένη ραδιοφωνική εκπομπή για το διαδίκτυο), που το γερμανικό ΥΠΕΞ παράγει πλέον συστηματικά (μόνο στα γερμανικά) μέσω του οποίου εξηγεί τη δράση του. «Είναι κι αυτό πολύ επιτυχημένο, καθώς έχουμε φτάσει σε μια ομάδα κοινού που δεν είχαμε την ευκαιρία να προσεγγίσουμε νωρίτερα όσο θα θέλαμε, ειδικά την ηλικιακή ομάδα 17-34 ετών, μεταξύ των οποίων τουλάχιστον οι μισοί ακροατές είναι γυναίκες», λέει ο γερμανός διπλωμάτης.

 

 Ειδικά στην Ελλάδα, η σχετική δραστηριότητα στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Twitter, Instagram, Youtube) αφορά την πρεσβεία της Αθήνας (@GermanyinGreece) και το προξενείο της Θεσσαλονίκης (@gkthess στο Facebook), σε συνδυασμό με ένα δίκτυο συνεργαζόμενων λογαριασμών, οργανισμών και θεσμών όπως το Ινστιτούτο Γκαίτε, το Ελληνογερμανικό Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο κ.α.

 

 «Είναι μέρος της στρατηγικής σας η δικτύωση με άλλους λογαριασμούς σαν αυτούς, που είναι ενεργοί στα social media;», τον ρωτάμε.

 

 «Δεν θα πήγαινα τόσο μακριά, να πω ότι υπάρχει στρατηγική γι’ αυτό», απαντά. «Φυσικά συνεργαζόμαστε, αλλά δεν έχουμε τα ίδια μηνύματα για τους ίδιους δρώντες. Το Επιμελητήριο, έχει τα δικά του θέματα και μηνύματα. Μας αρέσουν, τα κάνουμε retweet κλπ, αλλά δεν έχουμε μια σαφή στρατηγική που να καλύπτει όλους του θεσμούς Κάθε θεσμός είναι ανεξάρτητος, κι έτσι θα μπορούσε να συμβεί ένας καλός θεσμός που είναι στα social media να λέει κάτι που δεν μας αρέσει. Δεν τους υπαγορεύουμε αυτά που αναρτούν. Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης είναι ελεύθερες. Είναι μια πρόκληση για εμάς, βέβαια».

 

 Πώς μπορεί να επιδρά η νέα αυτή στρατηγική στις ελληνο-γερμανικές σχέσεις που δοκιμάστηκαν τα τελευταία χρόνια, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης; «Βλέπετε καμιά αλλαγή στις αντιλήψεις των Ελλήνων σχετικά με τους Γερμανούς, ως μέρος αυτής της στρατηγικής ή ως αποτέλεσμα πραγμάτων που αλλάζουν;», ρωτάμε τον κ. Κιντλ.

 

 «Μου αρέσει πάρα πολύ η Ελλάδα. «Σπούδασα αρχαία ελληνικά στο πανεπιστήμιο και μιλάω λίγο τα νέα ελληνικά» [την τελευταία φράση την λέει στα ελληνικά]. Και έχω ταξιδέψει στην Ελλάδα πολλές φορές. Και νομίζω ότι έχουμε περάσει πολύ δύσκολες εποχές, τα τελευταία χρόνια. Αν το δει κανείς τώρα, μπορεί να διαπιστώσει τις συνέπειες της κρίσης στην Ελλάδα. Μπορείς ακόμα να δεις ότι στο κέντρο της Αθήνας κάποια καταστήματα δεν ξανάνοιξαν ποτέ κλπ. Αλλά η εντύπωσή μου είναι πως υπήρξε τεράστια φιλοδοξία και τεράστια ενθάρρυνση, και οι άνθρωποι προχωρούν. Και, νομίζω, αυτό ισχύει και για τις διμερείς σχέσεις. Επιστρέψαμε στο παρελθόν και είδαμε ότι έχουμε διαχρονικές διμερείς σχέσεις, που φτάνουν τον 19ο αιώνα και πιο πριν. Υπήρχε αγάπη και ευφορία για την Ελλάδα μεταξύ των Γερμανών, και αυτό δεν άλλαξε ποτέ. Και, νομίζω, το ίδιο ισχύει και στην ελληνική πλευρά σε σχέση με τους Γερμανούς. Ξέρετε, υπάρχει η πολιτική των κομμάτων αλλά υπάρχουν και οι άνθρωποι. Και νομίζω ότι οι άνθρωποι ποτέ δεν πίστεψαν ότι η πολιτική των κομμάτων σήμαινε αυτό που έλεγε ο Τύπος. Γιατί υπάρχει μια ισχυρή βάση για πολύ καλές διμερείς σχέσεις. Και το βλέπω τώρα, ότι, αν θέλετε, υπάρχει μια κάποια κάθαρση από αυτή την κρίση. Και είμαι πολύ αισιόδοξος».

 

 Στο ερώτημα, αν η νέα ψηφιακή στρατηγική της Γερμανίας χρησιμοποιείται και για να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες από τα τραυματικά στερεότυπα που αναπαράχθηκαν τα τελευταία χρόνια, από γερμανικά ΜΜΕ και άλλους, για τους «τεμπέληδες Έλληνες» και τους «Έλληνες που πήραν τα λεφτά μας» ο γερμανός διπλωμάτης απαντά:

 

 «Αυτή είναι μια σύνθετη κατάσταση, γιατί τα στερεότυπα αναπαράγονταν πολύ συχνά από τα ΜΜΕ και δεν είμαι σε θέση να πω στα ΜΜΕ «μην το κάνετε αυτό». Τα ΜΜΕ είναι ελεύθερα. Έτσι, με δική τους συνέπεια και δική τους πεποίθηση, άλλαξαν στάση. Αυτά τα πράγματα τα βλέπουν διαφορετικά τώρα, και νομίζω ότι αυτή είναι η πιο σημαντική διαδικασία, το ότι εκείνοι που πιθανόν χρησιμοποίησαν αυτά τα στερεότυπα, τώρα τα εγκαταλείπουν και επιστρέφουν σε μια αντικειμενική, κόσμια συζήτηση των ζητημάτων. Δεν έχω δει εδώ και πολύ καιρό αυτό που έβλεπα στη διάρκεια της κρίσης, τους πολύ κακούς, πολύ αρνητικούς σχολιασμούς, την αποτύπωση των Ελλήνων.

 

 Υπήρξε μια μακρά, πολύ εμφατική συζήτηση γι’ αυτό εκείνη την εποχή, και θα βρείτε ότι πολύ συχνά πολιτικοί, ειδικά από το ΥΠΕΞ κατηγόρησαν τα ΜΜΕ για χρήση στερεοτύπων και τους ζήτησαν να μην το κάνουν. Έτσι, νομίζω ότι αυτό από μόνο του μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της τραυματικής διαδικασίας μεταξύ των Ελλήνων. Αυτή τη στιγμή δεν έχουμε μια καμπάνια επικοινωνίας σε εξέλιξη στην Ελλάδα. Έχουμε μια γενική στρατηγική επικοινωνιακή καμπάνια για την Ευρώπη, μέσω της οποίας θέλουμε να πούμε ότι είμαστε μαζί, ότι είναι ένα εγχείρημα που πρέπει να κάνουμε μαζί κλπ.»

 

 Deutsche Welle