Ο υπέρ της ελευθερίας αγών της Κορινθίας το 1821

Εκατόν ενενήντα επτά έτη, από τότε, το 1821. Η Ελλάς αγωνιζομένη, αγωνιούσα…τότε αλλά και τώρα.

 

 

 

*Γράφει ο Άρης Σκούρτης

 

Βρίθω ιδεών. Είμαι από τους Ανθρώπους που έχουν ανίατα όνειρα.

 

Χαίρομαι που έλκω την καταγωγή από την Κορινθία, κάθε φορά που μιλώ για τον τόπο μας.

 

Λοιπόν εδώ ο λόγος υπάρχει. Ακόμα και σε μια εποχή που η ταξική μας κοινωνία αποτελεί ούτως ή άλλως την έσχατη βία για τον καθένα μας, εγώ παραδίδομαι στις σκέψεις μου…

 

Γι αυτό, τους πρώτους μήνες του Μεγάλου Αγώνα του 1821, συγκροτήθηκαν αρκετές συνελεύσεις και Εθνοσυνελεύσεις.

 

Ο πρώτος εκλογικός νόμος ψηφίστηκε το Νοέμβρη του 1822 και προέβλεπε την έμμεση εκλογή των παραστατών, δηλαδή των Βουλευτών. Ο νόμος θα παραβιασθεί συντομότατα στη Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους, στην οποία δεν συμμετείχαν μόνο όσοι είχαν εκλεγεί σύμφωνα με τον νόμο, αλλά τριπλάσιοι. Συμμετείχαν δηλαδή οπλαρχηγοί, διάφορες προσωπι-κότητες και όσοι ήσαν μέλη της συνέλευσης της Επιδαύρου. Συνολικά παραβρέθησαν 325 παραστάτες, νόμιμοι και παράνομοι, που ταυτόχρονα με τις πρώτες δημοκρατικές διαδικασίες, καταγράφεται και η πρώτη παραβίαση εκλογικού νόμου στην νεότερη Ελλάδα.

 

Έτσι πολύ νωρίτερα, γύρω στα 1770 παρουσιάζονται οι πρώτες επαναστατικές ενέργειες των Κορινθίων εναντίον των Τούρκων, με το Μακάριο Νοταρά κα τους άλλους Νοταράδες.

 

 

Οι Κορίνθιοι είναι οι πρώτοι απ’ τους υπόλοιπους Πελοποννήσιους που έσφαξαν τους Τούρκους της Κορίνθου, όπου και κατέλαβαν τον Ισθμό για να διακόψουν κάθε συγκοινωνία μεταξύ Στερεάς Ελλάδας και Πελοπον- νήσου.

 

Αλλά και τότε που διαδόθηκε η φλόγα της Επανάστασης η Κορινθία δεν υστέρησε.

 

Κατά τα μέσα του Μάρτη σ’ όλη την Πελοπόννησο επικρατούσε ανα-βρασμός. Γι αυτό και οι πρόκριτοι της Αχαϊας, των Καλαβρύτων, και της Βοστίτσας – που είχαν παρακούσει την διαταγή του Καϊμακάμη για να μεταβούν στην Τριπολιτσά, – μετά από κοινή σύσκεψη, που έκαναν στις 10 του Μάρτη στην Αγία Λαύρα, αποφάσισαν να πάρουν τα λιγοστά όπλα που διέθεταν και να στραφούν εναντίον των Τούρκων.

 

 

Ξαναγύρισαν λοιπόν στις Επαρχίες τους, οι οπλαρχηγοί, προετοιμά-ζοντας και ξεσηκώνοντας τους περίοικους τους για τον πόλεμο που θα αρχίσει.

 

Έτσι ο Σωτ. Χαραλάμπης και ο Σ. Θεοχαρόπουλος πηγαίνουν στη Μονή Αγίου Γεωργίου Φενεού. Εκεί είναι συγκεντρωμένοι πολλοί ιερωμένοι που έχουν μυηθεί στη Φιλική Εταιρία, και οι οποίοι έχουν με τη σειρά τους διαφωτίσει όλους τους καιτοίκους της ορεινής Κορινθίας.

 

Από το μοναστήρι κατόπιν φεύγουν και πηγαίνουν στα Τρίκαλα για να συνεννοηθούν με τους ισχυρούς Νοταράδες γύρω απ’ τις ανάγκες του αγώνα.

 

Όπως βλέπομε η ορεινή Κορινθία είχε προετοιμασθεί ανάλογα για τον αγώνα, ενώ η υπόλοιπη Κορινθία που διευθύνονταν απ’ τους Νοταράδες δίσταζε να πάρει ακόμα τα όπλα.

 

 

Η ορεινή Κορινθία επειδή στο μεγάλο τούτο ξεσηκωμό, βρέθηκε χωρίς αρχηγούς, ο Αναγνώστης Οικονομόπουλος, ο αδελφός του Κ. Οικο- νομόπουλος, ο Παπαδημήτριος Οικονόμος και ο Γ. Μπρούφος απ’ τη Λαύκα, αφού συννενοήθηκαν με τους άλλους Οικονόμους, έγραψαν στο Σωτ. Χαραλάμπη να τους στείλει τους Πετιμεζαίους, που μαζί με το Παπανίκα απ’ τη Καστανιά, θα μπορούσαν να τεθούν επικεφαλείς των Κορινθίων και να επαναστατήσουν τα χωριά…

 

Στις αρχές Απριλίου του 1821 οι Καλαβρυτινοί με το Σ. Χαραλάμπη, το Ν. Σολιώτη, τον Θεοχαρόπουλο, και μαζί τους οι Πετιμεζαίοι, ξεκίνησαν από την ορεινή περιοχή για τη Κόρινθο, όπως εμψυχώσουν τα πνεύματα και βελτιώσουν την πολιορκία της Ακροκόρινθος.

 

Είχε φθάσει όμως το Πάσχα και ο Σ. Χαραλάμπης διέταξε το Σολιώτη να μείνει στο στρατόπεδο της Κορίνθου για να βοηθάει στην πολιορκία της Ακροκόρινθος τον Α. Πετιμεζά αλλά αυτός δεν άκουσε, και το Μ. Σάββατο (13 Απριλίου) έφυγε μέ τα παλληκάρια του για το Καλλιάνοι και από κεί για το Ψάρι και τη Λαύκα, όπου έκαναν Λαμπρή, και τη Δευτέρα του Πάσχα ανεχώρησαν για την Αρκαδία.

 

Περίπου την 14-1-1822 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ελευθερώνει τον Ακροκόρινθο, έχοντας στο χέρι του την γαλανόλευκη. Ήταν η πρώτη φορά στη νεότερη Ελληνική ιστορία που κυμάτιζε η Ελληνική Σημαία στον Ακροκόρινθο, μια από τις μεγάλες, τις βαθιά συγκινητικές στιγμές της ιστορίας μας, δέθηκε μαζί του.

 

Αργότερα τον Ιούλιο του 1825 ταχτικά και άταχτα στρατεύματα του Ιμπραήμ, περισσότεροι από 10 χιλιάδες πεζοί καί καβαλλάρηδες με τύμπανα και φωνές κατέκλυσαν το κάμπο του Φενεού και της Στυμφαλίας.

 

Οι γύρω κάτοικοι έσπευσαν να κρυφτούν στις σπηλιές της Ζήρειας και του Χελμού. Ταυτόχρονα οι Τούρκοι κατέστρεφαν τα σπαρτά στο Κάμπο.

 

Τότε ο Παπανίκας έστηνε παντού φονικές ενέδρες με διαλεχτά παλλη- κάρια της περιοχής. Επίσης μιά ομάδα από Καλιανιώτες οχυρώθηκαν στο ύψωμα του Αγίου Θόδωρου, μέσα σε μιά σπηλιά, και όλοι μαζί έκαναν αιφνιδιαστικές επιθέσεις και ιδιαίτερα τη νύκτα, προξενώντας μεγάλες φθορές στο στρατό του Ίιμιπραήμ.

 

Επίσης σε άλλη σπηλιά, που είναι συνέχεια της προαναφερομένης, και ανήκει στο Ψάρι, βρίσκεται δε κοντά στο Εκκλησάκι των Αγίων Θεοδώρων στη θέση «Πουρνάρια», οι τότε κάτοικοι του χωριού αλλά και πολλοί περίοικοι είχαν φυγαδεύσει εκεί τις γυναίκες και τα παιδιά τους, καθώς και διάφορα πράγματά τους για να γλυτώσουν από την καταστροφική μανία του στρατού του Ιμπραήμ.

 

Τρεις ολόκληρες μέρες προσπαθούσε ο Ιμπραήμ να κάψει τις δύο αυτές σπηλιές – καταφύγια των συμπατριωτών μας, ρίχνοντας διάφορες εύφλεκτες ύλες, αλλά μάταια δεν κατόρθωσε να κάνει τίποτα…

 

Λόγω του ύψους και του αποκρημνώδους εδάφους που υπάρχει στη σπηλιά αυτή, κανείς δεν τολμούσε να ανέβει. Πολύ αργότερα κάποιος Ψαριώτης ανέβηκε ως εκεί και βρήκε μέσα στη σπηλιά μεταξύ άλλων ξύλινα αντικείμενα καί ένα ζευγάρι δέρματα, τα οποία είχαν μείνει από τότε.

 

Κατόπιν οι Τουρκαραπάδες προσπάθησαν να καταλάβουν τη Λαύκα και τη Καστανιά αλλά και πάλι τα παλληκάρια του Παπανίκα πρόβαλαν αν- τίσταση, και κατάφεραν να τους απωθήσουν, στέλνοντας άλλους κατά τις βουνοκορφές της Ζήρειας και άλλους προς το Καρτέρι και τον Ασπρόκαμπο, και από εκεί για τη Νεμέα.

 

Πρέπει να σημειωθεί δε ότι η εκστρατεία του Ιμπραήμ στην ορεινή Κορινθία απέτυχε.

 

Στην αποτυχία της επιδρομής αυτής εκτός από τον ηρωισμό των κα- τοίκων, συνετέλεσε και η φυσική διαμόρφωση του εδάφους, όπως σημειώ- νει ο Λάμπης Αποστολίδης.

 

Στα μέσα του 18ου αιώνα ο μπέης της Κορίνθου – ίσως ο πατέρας του Κιαμίλ- έκανε γιορτή στην Κόρινθο για τη γέννηση κάποιου παιδιού του.

 

Απαίτησε λοιπόν απ’ όλα τα κεφαλοχώρια να του προσφέρουν σαν δώρο πέντε κριάρια απ’ τα καλλίτερα που διέθεταν.

 

Μεταξύ αυτών και το Ψάρι, που οι κάτοικοί του αποφάσισαν να ανταποκριθούν, κλέβοντας από τα ίδια τα ζώα του μπέη στη Κόρινθο, και προσφέροντάς τα σαν δικά τους.

 

Έτσι και έγινε, αλλά κλέβοντας τα κριάρια πήραν μαζί τους και ένα που διακρίνονταν ιδιαίτερα. Πηγαίνοντας ύστερα να του τα δώσουν, οι φύλακες το κατάλαβαν και το είπαν στο μπέη. Το αποτέλεσμα ήταν να θυμώσει και έχοντας άλλες αφορμές, διέταξε να καταστραφεί το χωριό. Όπερ και εγένετο, και στη συνέχεια αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το χωριό και να βρεθούν πολύ μακριά για αρκετό διάστημα, οι Ψαριώτες.

 

Κατά τή διάρκεια του Μεγάλου ξεσηκωμού επίσης στην Κόρινθο, βρί- σκονταν ο Κιαμίλ μπέης με την αιμοβόρα Νουρή Βεγίνα.

 

 

Με την πρόοδο όμως της Επανάστασης καταφεύγει στη Τριπολιτσιά. Εκεί συλλαμβάνεται και θανατώνεται κατόπιν, από τον Α. Θεοδωρίδη, στην Ακροκόρινθο. Ο λαός δε κάπως έτσι είδε το θάνατό του:

Πήραν τα κάστρα, πήραν τα,

πήραν και τα ντερβένια,

πήραν και την Τριπολιτσιά

την ξακουσμένη χώρα.

………………………..

Κλαίει και μια χανούμισσα τό δόλιο

(Κιαμίλη

«Αχ! Πού ’σαι και δεν φαίνεσαι,

(καμαρωμένε αφέντη;

……………………………………

Στην Κόρθο πλιά δέ φαίνεσαι,

ουδέ μέσ’ ’ς τά σαράγια.

Ένας παπάς σου τα καψε

τα γέρμα τα παλάτια.

Σκλάβος ραγιάδων έπεσες

και ζής ραγιάς ραγιάδων».

 

Άλλο ένα περιστατικό αναφερόμενο στη προεπαναστατική περίοδο, όπως σώζεται απ’ την παράδοση.

 

Στη θέση διάσελο Αγίου Αθανασίου Ψαρίου γυρίζοντας οι Γκουραίοι απ’ τα χειμαδιά, αφού ενώθηκαν με τους Ψαριώτες ήρθαν σε σύγκρουση με έφιππους Τούρκους.

 

Το αποτέλεσμα ήταν μετά τη μάχη να υπάρξουν πολλοί νεκροί και τραυματίες, που ανάμεσά τους βρέθηκε νεκρός και ο τότε παππάς του χωριού Ψάρι.

 

___________________________

* Ο κ. ΑΡΗΣ ΣΚΟΥΡΤΗΣ είναι στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και του «ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ»