Η πανέμορφη σπάνια πεταλούδα βρέθηκε στο Φλάμπουρο του Λουτρακίου.Λίγα έντομα παγκοσμίως μπορούν να χαρακτηριστούν εντυπωσιακά, και η γιγάντια νυχτοπεταλούδα-παγώνι ανήκει σε αυτά.Η πεταλούδα βρέθηκε από κατοίκους της περιοχής, τραβώντας το ενδιαφέρον τους για χιλιάδες φωτογραφίες.
Όπως υποδηλώνει και το όνομά της, μιλάμε για μια πολύ μεγαλόσωμη νυχτοπεταλούδα, δηλαδή, ένα είδος πεταλούδας που ενεργοποιείται κυρίως τις νυχτερινές ώρες. Το όνομά της προφανώς σχετίζεται με τα σχέδια στα φτερά της που μοιάζουν με μάτια, παρόμοια με τα σχέδια των φτερών του αρσενικού παγωνιού.
Σύμφωνα με τους κατοίκους της περιοχής η πεταλούδα ήταν τόσο μεγάλη που τα φτερά της έπιαναν όλο τον κορμό του πεύκου που ακουμπούσε.Η γιγάντια νυχτοπεταλούδα είναι η μεγαλύτερη πεταλούδα -και νυχτοπεταλούδα- της Ευρώπης, με άνοιγμα φτερών που μπορεί να φτάσει σχεδόν τα 17 εκατοστά.
Αξίζει να αναφερθεί ότι είναι ένα σπάνιο είδος πεταλούδας που στην Ελλάδα μπορείς να την συναντήσεις πιο εύκολα στην Ικαρία.
Όπως φαίνεται και στην φωτογραφία τα τέσσερα φτερά της έχουν παρόμοιο χρωματικό πρότυπο, με το καφέ ανοικτό και σκούρο χρώμα να κυριαρχεί, ενώ στο κέντρο κάθε φτερού υπάρχει μια σκουρόχρωμη κηλίδα που μοιάζει με μάτι, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση στους θηρευτές της ότι δεν πρόκειται για πεταλούδα αλλά για κάποιο πολύ μεγαλύτερο -και δυνητικά επικίνδυνο ζώο- αποθαρρύνοντάς τους να επιτεθούν.
Το σώμα της είναι καλυμμένο με «τρίχες», απαραίτητο χαρακτηριστικό των νυχτοπεταλούδων –ως ποικιλόθερμα ζώα- που ενεργοποιούνται κατά τις ψυχρότερες νύχτες. Επίσης, χαρακτηριστικές και οι κεραίες στο κεφάλι της νυχτοπεταλούδας που είναι μεγάλες και χτενοειδείς.
Η προστασία της γιγάντιας νυχτοπεταλούδας-παγώνι σε εθνικό επίπεδο είναι ανύπαρκτη όπως σχεδόν και σε κοινοτικό και ευρωπαϊκό επίπεδο αφού περιλαμβάνεται σε μόλις δύο καταλόγους –έναν ευρωπαϊκό και έναν παγκόσμιο- για είδη προς προστασία.
Οι άμεσες απειλές περιλαμβάνουν κυρίως τη συλλογή του για ιδιωτικές συλλογές εντόμων ενώ κυριότερες είναι οι έμμεσες πιέσεις που σχετίζονται με τη συρρίκνωση, υποβάθμιση και κατακερματισμό των οικοτόπων που διαβιεί και τη συνεχή απώλεια της φυσικότητας του περιβάλλοντος, καθώς γίνεται όλο και περισσότερο σπάνια στην περιοχή εξάπλωσής της.