Παγκόσμια Ημέρα Εθελοντή Αιμοδότη: «Πρέπει να είναι μια ρουτίνα όπως ψωνίζεις και πας διακοπές»

Η 14η Ιουνίου έχει καθιερωθεί ως η Παγκόσμια Ημέρα Εθελοντή Αιμοδότη και, όπως σε όλες τις χώρες του κόσμου, έτσι και στην Ελλάδα, η ανάγκη για όλο και περισσότερους εθελοντές παραμένει πάντα επίκαιρη.

 

Με το καλοκαίρι να βρίσκεται προ των πυλών, θα πρέπει να γίνει ευρέως αντιληπτό πως η αιμοδοσία είναι μια διαδικασία απλή αλλά κυριολεκτικά ζωοδότρια, αφού τους θερμούς αυτούς μήνες η ανάγκη για αίμα είναι ακόμα μεγαλύτερη.

 

Ωστόσο, όπως επισημαίνει στο Sputnik, η Πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ), κα Χάρις Ματσούκα δεν θα πρέπει να κατανοούμε την αιμοδοσία ως μια πράξη «on demand», ανάλογα δηλαδή με το αν υπάρχει μεγάλη ανάγκη όπως σε καταστάσεις «κρίσης». Θα πρέπει να είναι μια διαδικασία ρουτίνας ενσωματωμένη στον τρόπο ζωής μας.

 

Όπως εξηγεί σε αυτή την πολύ απλή πράξη στηρίζεται ολόκληρο το σύστημα υγείας.

 

«H αιμοδοσία είναι μια απαραίτητη υπηρεσία για να μπορούν να λειτουργούν οποιεσδήποτε νοσοκομειακές υπηρεσίες υγείας. Χωρίς την αιμοδοσία δεν μπορεί να γίνει ούτε ιατρική ρουτίνας, δηλαδή ένα απλό χειρουργείο ή μετάγγιση των ανθρώπων με μεσογειακή αναιμία. Ούτε βεβαίως η “σοφιστικέ” ιατρική, δηλαδή οι χημειοθεραπείες, η μεταμόσχευση μυελού των οστών, κα. Είναι λοιπόν απαραίτητο δίχτυ που πάνω του στηρίζεται όλο το σύστημα υγείας», σημειώνει.

 

Σύμφωνα με το ΕΚΕΑ το 75% του πληθυσμού είναι πιθανό κάποια στιγμή της ζωής του να χρειαστεί μετάγγιση αίματος, ωστόσο, μόνο ένα μικρό ποσοστό, περίπου 1,5%, είναι αιμοδότες. Αν και το δίκτυο των σημείων αιμοδοσίας είναι αρκετά μεγάλο οι πολίτες αρκετές φορές διστάζουν να το πάρουν απόφαση. Βασικός παράγοντας είναι ο φόβος. Και αυτό ακριβώς είναι αυτό που προσπαθεί να «καταπολεμήσει» τον τελευταίο καιρό το ΕΚΕΑ.

 

«Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να αναδιαρθρώσουμε τη δομή της αιμοδοσίας της χώρας, να βγάλουμε την αιμοληψία έξω από τα νοσοκομεία. Για να έχει ένα πιο φιλικό περιβάλλον ο αιμοδότης. Γι’ αυτό οργανώνουμε και αιμοληψίες σε κεντρικά σημεία. Και προσπαθούμε να στήσουμε σταθερές αίθουσες αιμοληψίας σε διάφορα σημεία της Αττικής. Η πρώτη θα είναι στο Αιγάλεω. Σε λίγο θα είμαστε έτοιμοι να τη λειτουργήσουμε», αναφέρει η κα Ματσούκα.

 

Σύμφωνα με την Πρόεδρο του ΕΚΕΑ το περιβάλλον του νοσοκομείου αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για τους ανθρώπους που σκέφτονται να γίνουν αιμοδότες, με τον οργανισμό να στρέφεται στη δημιουργία ενός περισσότερο ευχάριστου χώρου που θα καταφέρει να προσελκύσει περισσότερους εθελοντές.

 

«Μια αίθουσα αιμοληψιών μπορεί να είναι ένας χώρος ευχάριστος, με μουσική, με τηλεόραση που ο κάποιος πηγαίνει και κάνει κάτι που το θεωρεί μια συνήθεια της ζωής του. Προσπαθούμε τα τελευταία χρόνια με καμπάνιες να δώσουμε αυτό το μήνυμα ειδικά στη νέα γενιά. Ότι η αιμοδοσία είναι μια στάση ζωής. Δεν το κάνουμε μόνο όταν έρθει καταστροφή», εξηγεί.

 

Η ίδια θυμάται την μεγάλη προσέλευση του κόσμου που ήθελε να δώσει αίμα μετά την τραγωδία στο Μάτι και παρατηρεί πως ενώ υπάρχει η ευαισθητοποίηση, αυτό που λείπει είναι να γίνει μέρος της ρουτίνας των Ελλήνων.

 

«Πέρυσι το Μάτι, ένα τραγικό συμβάν, έφερε πάρα πολύ κόσμο να δώσει αίμα στο Σύνταγμα. Το θέμα είναι αυτός ο κόσμος να ξαναέρθει. Γιατί το να έρχονται πολλοί άνθρωποι “on demand” δεν εξυπηρετεί το σύστημα. Το αίμα διατηρείται μόνο 1,5 μήνα άρα όσο αίμα και να μαζέψεις μέσα σε μια στιγμή δεν θα επαρκέσει. Οπότε θέλουμε συστηματικά ο κόσμος να ξέρει ότι θα πάει να δώσει δύο τρεις φορές το χρόνο αίμα», σημειώνει.

 

Ωστόσο και το ίδιο το σύστημα επεξεργασίας και διαχείρισης του αίματος που λαμβάνεται από τους εθελοντές έχει κάποιες παθογένειες που το καθιστούν αρκετές φορές αναποτελεσματικό ενώ θα μπορούσε βάσει της προσφοράς να βρίσκεται σε αρκετά υψηλά επίπεδα.

 

«Μέχρι τώρα, αυτό που έκανε η χώρα μας είναι ότι κάθε νοσοκομείο φρόντιζε για τους αιμοδότες του και για τους ασθενείς του. Αυτό είναι το παλιό μοντέλο αιμοδοσίας που υπήρχε σε όλον τον κόσμο. Αλλά τις τελευταίες δεκαετίες έχει φανεί ότι αυτό το μοντέλο είναι δύσκολο να είναι επιτυχές γιατί υπάρχουν πολύ μεγαλύτερες απαιτήσεις γύρω από την ποιότητα και την ασφάλεια του αίματος. Τις εξετάσεις αυτες δεν μπορεί να τις κάνει ένα μικρό νοσοκομείο οπότε μοιραία οδηγείται το σύστημα σε μια συγκεντροποίηση», εξηγεί αναφορικά με την παρούσα εξέλιξη του συστήματος.

 

Να σημειωθεί πως η συλλογή του αίματος γίνεται είτε σε σταθερές αίθουσες είτε από κινητά συνεργεία. Στη συνέχεια μεταφέρεται στο ΕΚΕΑ όπου γίνεται η επεξεργασία και ο έλεγχος. Στο ΕΚΕΑ ελέγχεται για παθογόνα και γίνεται ο διαχωρισμός σε παράγωγα αίματος, αιμοπετάλια, πλάσμα και συμπυκνωμένα ερυθρά.

 

«Συλλέγουμε το ολικό αίμα από το οποίο παράγονται τα συμπυκνωμένα ερυθρά τα οποία χρειάζονται για τη μετάγγιση των ασθενών που έχουν αναιμία ή στα χειρουργεία. Το πλάσμα, το οποίο περιέχει πρωτεΐνες της πήξεως και το οποίο χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν διαταραχές της πηκτικότητας ή σε εγκαύματα και τα αιμοπετάλια που κυρίως τα χρησιμοποιούμε σε ασθενείς αιματοογκολογικούς που παίρνουν χημειοθεραπεία ή σε καρδιοχειρουργικούς ασθενείς που επειδή παίρνουν πολύ αίμα, χρειάζεται να πάρουν και αιμοπετάλια», διευκρινίζει ως προς το πως αξιοποιείται το αίμα που συλλέγεται.

 

Ωστόσο, σοβαρή είναι η έλλειψη, όπως τονίζει, σε αιμοπετάλια με αποτέλεσμα να απαιτούνται αιμοπεταλιαφαιρέσεις και από δότες.

 

«Φωνάζουμε έναν εθελοντή ή έναν συγγενή και παίρνουμε αιμοπετάλια. Αυτό είναι μια ακριβή διαδικασία και είναι μια έξτρα διαδικασία στην οποία υποβάλλονται οι ασθενείς και οι συγγενείς τους ενώ μπορούμε να αξιοποιήσουμε πολλά αιμοπετάλια αν γίνεται κεντρική επεξεργασία».

 

Όπως αναφέρει η κα Ματσούκα σε αρκετά νοσοκομεία, όπου γίνεται ένα μεγάλο μέρος της αιμοληψίας, ακολουθείται ακόμα το παλιό μοντέλο, μπλοκάροντας έτσι αυτή την ανάγκη για κεντρική διαχείριση.

 

«Ο καθένας κρατάει το απόθεμά του γιατί φοβάται ότι αύριο μπορεί να μην έχει κι έτσι δεν κατανέμεται ορθά για να φτάσει για όλους. Κάποιοι έχουν πλεόνασμα και κάποιοι έλλειμμα. Νομίζω πως αν λειτουργούσε αυτό το σύστημα δεν θα υπήρχε κάποιο πρόβλημα», αναφέρει χαρακτηριστικά.

 

Μάλιστα, όπως αποκαλύπτει η Ελλάδα αναγκάζεται να εισάγει από την Ελβετία, η οποία έχει πολύ μικρότερη συλλογή από τη χώρας μας και κάνει λόγο για «πλασματική έλλειψη» που προκύπτει από την απουσία κεντρικού συστήματος.

 

«Με την κεντρική επεξεργασία θα έχουμε καλύτερη ποιότητα. Θα έχουμε εκμετάλλευση όλων των προϊόντων που μπορούν να παραχθούν από το αίμα. Αυτή τη στιγμή δε μπορεί να γίνει μοιρασμένο στις 96 αιμοδοσίες της χώρας ή στις 28 της Αττικής, διότι δεν έχουν τον κατάλληλο εξοπλισμό και κάποια νοσοκομεία δεν το χρειάζονται. Κλασσικό παράδειγμα είναι το νοσοκομείο Ελπίς και το νοσοκομείο Άγιος Σάββας που τα χωρίζει μια πόρτα. Το Ελπίς μαζεύει πολύ αίμα αλλά δεν έχει αιματογκολογικούς ασθενείς. Αντίθετα στον Άγιο Σάββα δεν του φτάνουν τα αιμοπετάλια που βγάζει από το δικό του αίμα. Αν το Ελπίς "έβγαζε" τα αιμοπετάλια του, μπορεί να έφταναν στον Άγιο Σάββα. Είναι μια εξοικονόμηση προϊόντων που θα μας οδηγήσει σε επάρκεια», υπογραμμίζει.

 

Η κα Ματσούκα εμφανίζεται μάλιστα κάθετη ως προς την αποτελεσματικότητα του παρόντος συστήματος. Και είναι τα στοιχεία που το αποδεικνύουν. Η Ελλάδα, όπως εξηγεί, συλλέγει το περισσότερο αίμα ανά 1000 κατοίκους αλλά παρ΄όλα αυτά δεν επαρκεί με αποτέλεσμα οι ανάγκες των ασθενών με μεσογειακή αναιμία να καλύπτονται με τις εισαγωγές από την Ελβετία.

 

«Tόση συλλογή που έχουμε θα έπρεπε όχι να μας φτάνει αλλά να μας περισσεύει το αίμα. Αν εκμεταλλευτούμε όλη την αλυσίδα του αίματος με κεντρική διαδικασία ενδεχομένως δεν θα χρειάζεται να συλλέγουμε τόσο αίμα ή ενδεχομένως θα μπορούμε να εξάγουμε σε χώρες που έχουν έλλειμμα», σημειώνει.

 

Η συγκεντροποίηση του συστήματος επεξεργασίας και διαχείρισης απαιτεί την ύπαρξη λίγων κέντρων αίματος, όπως συμβαίνει σε αρκετές χώρες του εξωτερικού.

 

«Η Ολλανδία έχει ένα κέντρο αίματος, η Μεγάλη Βρετανία έχει τρία. Εμείς φιλοδοξούμε να υπάρχουν δύο κέντρα αίματος. Ένα που φιλοξενείται εδώ στις εγκαταστάσεις του ΕΚΕΑ στους Θρακομακεδόνες και ένα δεύτερο στη Θεσσαλονίκη, το οποίο θα μαζεύει το αίμα, θα το ελέγχει θα το επεξεργάζεται και θα το μοιράζει στα νοσοκομεία ανάλογα με τις ανάγκες τους», εξηγεί.

 

Το ΕΚΕΑ πιέζει διαρκώς προς αυτή την κατεύθυνση και σύμφωνα με την Πρόεδρο βρίσκεται σε καλό δρόμο διότι τα νοσοκομεία που ακόμα λειτουργούν με την παλιά νοοτροπία δεν τον κάνουν από «κακή πρόθεση» απλά λείπει η ενημέρωση για το τι συμβαίνει πλέον στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.

 

«Νομίζω ότι αρχίζουν και καταλαβαίνουν πως είναι προς το συμφέρον όλων και προς το συμφέρον των ασθενών», αναφέρει χαρακτηριστικά.

 

Παρ’όλα αυτά σημαντικός παράγοντας για να εξασφαλιστεί η επάρκεια σε αίμα στην Ελλάδα δεν παύει να είναι ο ίδιος ο εθελοντής αιμοδότης. Και αυτή είναι μια «επένδυση» που πρέπει να ξεκινά από τη νέα γενιά.

 

Το ΕΚΕΑ μάλιστα έχει ξεκινήσει και ψυχοεκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά. Το πρόγραμμα αφορά παιδιά από τις τελευταίες τάξεις του δημοτικού, μέχρι και το Λύκειο.

 

«Ετσι ώστε να μπουν στο κλίμα της αιμοδοσίας και να γίνει μια καθημερινότητα, όπως πηγαίνεις ψωνίζεις, πας διακοπές, δίνεις και αίμα», επισημαίνει η κα Ματσούκα.

 

Για τον λόγο αυτό εξάλλου το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας διοργανώνει συχνά εκδηλώσεις για την ευαισθητοποίηση των πολιτών ενώ η ιστοσελίδα του παραμένει διαρκώς ενημερωμένη και περιέχει όλες τις πληροφορίες για όσους ενδιαφέρονται να γίνουν εθελοντές αιμοδότες.

 

sputniknews.gr

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ