Τα Τρίκαλα Κορινθίας είναι ο Παράδεισος των παιδιών

 Για τριήμερη απόδραση στα Τρίκαλα Κορινθίας. Δεν ξέρεις αν θα πας. Δεν έχεις πού ν' αφήσεις τα παιδιά, ποιον να χρεώσεις για babysitting. “Τα παιδιά, επιβάλλονται!”, σου λένε. “Ο τόπος είναι πλασμένος για παιδιά”. 

 

 

 

 

 

Ετοιμάζεις βαλίτσες μέσα σε “γιούπι” ζητωκραυγές και χαμόγελα παιδικά: “Τέλεια, μαμά! Θα πάμε εκδρομή και θα περάσουμε τέλεια!”. Ανάβεις τη μηχανή του αυτοκινήτου. Στη διαδρομή προσεύχεσαι να μην ακούσεις “Πότε θα φτάσουμε μαμά;”, “Βαρέθηκα, μαμά”. “Κουράστηκα, μαμά”. Η διαδρομή της μιάμισης ώρας από Αθήνα δεν σηκώνει γκρίνιες, ούτε παραπονεμένες ατάκες. Λίγο πριν φτάσεις ονειρεύεσαι τον ξενώνα που θα σας φιλοξενήσει. Στο όνειρο αυτό τον αντικρίζεις “κρυμμένο” σ' ένα “μυστικό” σημείο, ελεύθερο από πολυκοσμία, αποκλεισμένο από κοινοτοπία. Ένα μυστικό μονοπάτι που θα οδηγήσει εσένα και κυρίως τα παιδιά σου στην καρδιά της φύσης, στο μικρό σπίτι στο λιβάδι που σαν παιδί τόσο λαχταρούσες να δεις από κοντά. Φτάνεις. Παρκάρεις. “Ξυπνάς” και ως δια μαγείας το όνειρο σου γίνεται πραγματικότητα. Μια γλυκύτατη γυναίκα, η κυρία Μαίρη Φιαμέγκου, σε υποδέχεται με τη φράση “πασμίνες να σας δώσω γιατί θα μου κρυώσετε!” για να σε οδηγήσει στη συνέχεια στο μοναδικό ξενώνα με την ονομασία “Τρικάλων Μούσες”, στο μικρό σπίτι στο λιβάδι που λαχταρούσες από παιδί.

 

 

Τα παιδιά φωνάζουν: “Κοίτα μαμά, έχει τεράστιο κήπο! Και κυδωνιές! Και μηλιές! Και μπορούμε να τρέχουμε όλη μέρα και να παίζουμε μπάλα και κυνηγητό και κρυφτό! Και να μείνουμε για πάντα εδώ. Έλα, μαμά, σε παρακαλούμε! Να μείνουμε για πάντα εδώ...”. Κι εσύ θέλεις να μείνεις για πάντα εδώ. Να χαζεύεις από το υπνοδωμάτιο την απέραντη θέα με το τζάκι αναμμένο και την τηλεόραση κλειστή. 
Να ξαπλώνεις την κούρασή σου σε υπέρδιπλα κρεβάτια , να τη “βουτάς” στο τζακούζι, να την “πετάς” στους αναπαυτικούς καναπέδες με τα μεταξωτά ριχτάρια και τις μεγάλες μαξιλάρες και να σκέφτεσαι ότι κάποιες φορές το μεράκι των ανθρώπων είναι ικανό να ταυτίσει την πολυτέλεια με την απλότητα, το όνειρο με την πραγματικότητα, το άπιαστο με το εφικτό. Η κυρία Μαίρη δεν σε αφήνει. Θέλει να σου δείξει τις ομορφιές του τόπου της, να σε ταξιδέψει εκεί που κανείς δεν γνωρίζει, να κάνει τα παιδιά χαρούμενα, πιο πολύ, όσο δεν μπορείς να φανταστείς. 

 
Πηγαίνετε παρέα για φαγητό στην παραδοσιακή ταβέρνα «Στου Δεκλερή». Γουρουνοπούλες, χειροποίητες πίτες, ψητά-λουκούμια και χύμα κρασί παρελαύνουν από μπροστά σου σ' έναν οργασμό γεύσεων. 
Τα παιδιά βουτάνε δάχτυλα σε σάλτσες, τσακώνονται για την τελευταία “ωραιότερη τηγανιτή πατάτα που έφαγα ποτέ”, θέλουν κι άλλο γεμιστό λουκάνικο, περισσότερα “τέλεια μπιφτεκάκια”. Το τζάκι αναμμένο, το ποτό στο υπέροχο “Αλφαβητάριο” επιβεβλημένο, το κορμί ακούραστο, η ματιά γεμάτη. “Να ξυπνήσουμε νωρίς μαμά, γιατί η κυρία Μαίρη μας είπε ότι έχει πρωινό με δικές της μαρμελάδες, δικά της αυγά και δικά της παξιμάδια...”

 

 
 Πελοποννησιακά Μετέωρα, baby lift και ελβετική Δόξα

Ξημερώνει. Κατευθύνεσαι το Χιονοδρομικό Κέντρο Ζήρειας. Χαζεύεις την πίστα των αρχάριων, το baby lift και τα παιδικά snowmobiles κι ακούς τα παιδιά να παρακαλούν για λίγο χιόνι. “Θα έρθουμε ξανά”. Το υπόσχεσαι με το χέρι στην καρδιά καθώς γνωρίζεις ότι το εν λόγω χιονοδρομικό κέντρο είναι ιδανικό για αρχάριους και οικογένειες με παιδιά που θέλουν να κάνουν τα πρώτα τους βήματα στη χιονοδρομία. Η φωνή της Μαίρης σε προ(σ)καλεί στο επόμενο σημείο που μαγεύει μικρές και μεγάλες ματιές, την Παναγία του Βράχου στον Κάτω Ταρσό Κορινθίας. Φτάνεις και με την ανάσα κομμένη και αναλογίζεσαι πόσο μαγικά ακόμη μέρη μπορεί να κρύβει αυτή η περιοχή. Μπροστά σου, μία συστάδα κάθετων βράχων, σχεδόν λείων, με κάθετες ακόνιστες σχισμές, δίπλα σου ποταμάκια, ρυάκια, “βροχή” που πέφτει ακόμη κι από τις κορυφές των βράχων. Την προσοχή των παιδιών αποσπά τώρα μία μεγάλη σχισμή στα βράχια, μια “είσοδος” σπηλαίου, εκεί όπου είναι χτισμένο το εκκλησάκι της Παναγίας 
του Βράχου. Ανεβαίνουμε, μπαίνουμε στο εσωτερικό, δεν μιλάει κανείς. Μπροστά σε τέτοια μαγεία είσαι ανίκανος να μιλήσεις... 

 

Η Μαίρη αφηγείται αργότερα στα παιδιά την ιστορία αυτής της καλά κρυμμένης στα βράχια εκκλησίας και τα μικρά την ακούνε με το στόμα ανοιχτό και τη ματιά ορθάνοιχτη: “Κατά την παράδοση, το εκκλησάκι της Παναγίας στον βράχο του Ταρσού, ιδρύθηκε ως εκπλήρωση τάματος από κάποια Ταρσινή γυναίκα, η οποία σώθηκε ως εκ θαύματος κατά την άλωση του Βυζαντινού Ταρσού από τον Μωάμεθ Β’ το 1458.  Ως γνωστόν, ο Μωάμεθ Β’ πολιόρκησε το κάστρο του Ταρσού και ανάγκασε τους πολιορκημένους να παραδοθούν. Από αυτούς που παραδόθηκαν, πολλούς τους φόνευσε, άλλοι συνελήφθηκαν αιχμάλωτοι και κάποιοι κατόρθωσαν να σωθούν. Από τις γυναίκες, άλλες τις πήραν μαζί τους σκλάβες και άλλες τις γκρέμισαν στο βράχο του Ταρσού (κατά άλλους, μερικές γυναίκες του Ταρσού πήδηξαν μόνες τους από τον βράχο για να μη γίνουν σκλάβες των Τούρκων), εκεί που είναι σήμερα η εκκλησία της Παναγίας. Μια νεαρή μητέρα με το μωρό στην αγκαλιά της ικέτευε να λυπηθούν το παιδί της. 
Οι Τούρκοι όμως δε συγκινήθηκαν και την έριξαν από το βράχο μαζί με το μωρό. Εκείνη όμως, επικαλέστηκε τη βοήθεια της Παναγίας: «Παναγία μου, σώσε μας!» και ω του θαύματος, η γυναίκα βρέθηκε στη βάση του κάθετου βράχου στα 100 μέτρα σώα και αβλαβής. Από ευγνωμοσύνη για τη σωτηρία της η γυναίκα αυτή διαμόρφωσε τη σχισμή του βράχου σε ναό, βάζοντας κάποιες εικόνες...”

Κατεβαίνουνε. Τα παιδιά πεινάνε. Η Μαίρη τους λέει να κάνουν λίγο υπομονή μέχρι τη Λίμνη Δόξα. Εκεί όπου θα κάνουμε και πικ νικ, και ποδήλατο και μπάνιο _ αν είμαστε πολύ τολμηροί. Φτάνουμε. Στρώνουμε καλαθάκια με ψωμί, τυρί και ελιές πάνω σε καρό τραπεζομάντιλα, κάνουμε ποδήλατο, παίζουμε κυνηγητό, χανόμαστε μέσα στην ομορφιά της φύσης, ξαναβρισκόμαστε στο Μουσείο Περιβάλλοντος Στυμφαλίας ένα χώρο που πρέπει να επισκεφθούν όλα τα παιδιά! Εκεί, όπου μικρά κορμάκια ανεβαίνουν σε βάρκα (!) για να δουν από κοντά φυτά και ψάρια του υγροβιότοπου _ όπως φαίνονται στην τομή της λίμνης στον εσωτερικό χώρο του Μουσείου Περιβάλλοντος _ ενώ οι ψηφιακές αναπαραστάσεις του Μουσείου ζωντανεύουν στα μάτια τους πώς οι άνθρωποι ζούσαν σε αρμονία με τη φύση, για χιλιάδες χρόνια, γύρω από τη Λίμνη Στυμφαλία. 

Νυχτώνει. Τη σκυτάλη παίρνει τώρα η κορινθιακή γαστρονομία, μία στάση στο απίθανο bar “900 meters” κι ένα, δύο, τρία ποτήρια από το μαγικό νέκταρ-κρασί με την επωνυμία “Μελίπνοον”. Χρώμα κόκκινο ρουμπινί, νότες βαρελιού, σύνθετο άρωμα μαρμελάδας βύσσινου και βατόμουρου, με ελαφριές νότες μπαχαρικών, στόμα μαλακό, γεμάτο με ευχάριστη γλυκιά επίγευση, ένα κρασί που επιβάλλεται να δοκιμάσεις πριν την πιο γλυκιά “καληνύχτα”...

 

  

Άλογα, παιχνίδι και “στην υγειά μας”

  
Ξημερώνει ξανά. Τώρα, κατηφορίζουμε στα Κάτω Τρίκαλα εκεί όπου στο ράντσο “θα κάνουμε μία ώρα ιππασία μαμά!”. Οι μικροί αναβάτες “βολτάρουν” περήφανοι στη φύση, κι ύστερα παίζουν μπάσκετ και ποδόσφαιρο, κάνουν μονόζυγο, κούνια και ατέλειωτες βόλτες, ελεύθεροι κι ευτυχισμένοι όσο ποτέ. Επόμενη και τελευταία στάση το Οινοποιείο στη Νεμέα όπου μικροί και μεγάλοι απολαμβάνουμε μια σύντομη περιήγηση στον αμπελώνα, στους χώρους παραγωγής, εμφιάλωσης και παλαίωσης και φυσικά ένα ποτήρι καλό κρασί. Η Μαίρη δεν θέλει να φύγουμε. Ούτε κι εμείς. Θέλουμε να επιστρέψουμε ξανά στο “μικρό της σπίτι στο λιβάδι”, να φάμε για ακόμη μια φορά τις μαρμελάδες της, να γευτούμε κοκκινιστό αρνάκι και τσιγαριστά χόρτα με τυρί από τα χεράκια της, να τρέξουμε, να παίξουμε, να αναπνεύσουμε μακριά από την τρέλα και το άγχος της πόλης. Δεν το μπορούμε. Το σχολείο, η δουλειά, οι υποχρεώσεις μας κυνηγούν, ωστόσο τίποτα δεν μπορεί να “πιάσει” την υπόσχεση που αφήσαμε πίσω μας πριν την αναχώρησή μας: “Εδώ, σε όλα αυτά τα μέρη, θα επιστρέψουμε ξανά και ξανά με οδηγό μας την ευτυχία των παιδιών...”    

Ιnfo: www.trikalakorinthiasnetwork.gr