Φιόνα Γεωργιάδη: Προσπαθώ να αγαπήσω ακόμα κι αυτά που επικρίνω στον εαυτό μου

Στελλα Χαραμη

 

Σε πολύ δύσκολες περιόδους της ζωής της, η ηθοποιός Φιόνα Γεωργιάδη, ευεργετήθηκε ακόμα κι από άγνωστους σε εκείνην ανθρώπους. Από ανθρώπους χωρίς τους οποίους δεν θα τα είχε καταφέρει.

 

«Όλα μια ιστορία είναι», μου λέει η Φιόνα Γεωργιάδη καθώς εξηγεί από που πήρε το όνομά της – όνομα που, στ’ αλήθεια, δύσκολα ξεχνάς. Έχουν περάσει χρόνια από τότε, όταν η μητέρα της ούσα ακόμα έγκυος σ’ εκείνη, στο πλαίσιο ενός συνεδρίου, γνώρισε μια γυναίκα που, με περηφάνια, μιλούσε για την κόρη της, τη Φιόνα. Ακαριαία της έδωσε την υπόσχεση πως, αν έφερνε ένα κορίτσι στον κόσμο, θα της έδινε το ίδιο όνομα. Έτσι κι έγινε. Η Φιόνα Γεωργιάδη χρωστάει το όνομα της σε μια κοπέλα που ποτέ δεν γνώρισε – όπως επίσης παραδέχεται πως χρωστάει πολλά σε ανθρώπους που δεν της όφειλαν τίποτα.

 

Ίσως, βέβαια, χρωστάει τα περισσότερα στο πείσμα και τη μαχητικότητα της. Και τα δύο στάθηκαν ικανά να τη φέρουν, παρά τη σοβαρή προοπτική να γίνει δικηγόρος ή δικαστής, στον κόσμο του θεάτρου, τον οποίο από νωρίς υπερασπιζόταν ως τον «κόσμο της».

 

Μετά από μια πυκνή εμπειρία για σπουδές και δουλειά στη Νέα Υόρκη, η Φιόνα Γεωργιάδη, άρχισε να στερεώνεται στην ελληνική πραγματικότητα, κάνοντας σινεμά, θέατρο και πιο πρόσφατα τηλεόραση. Εδώ, την συναντάω τώρα. Κουρασμένη αλλά φωτεινή -(όπως θα μπορούσε να είναι και το όνομα της). Σε μια συγκυρία που οι κόποι και η επιμονή της ανταμείβονται πρωταγωνιστώντας στο νέο έργο του Φλοριάν Ζελέρ «Πριν ανοίξουμε φτερά» στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, όπως το σκηνοθετεί η Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους, αλλά και στην αστυνομική σειρά της ΕΡΤ «Το δίχτυ».

 

Κι όμως το φως της, πηγάζει πιο πολύ από την ανάγκη της ν’ αναζητά το καλό – έστω και δυσεύρετο – πρόσωπο της ζωής, να συντάσσεται με το δίκαιο, την κατανόηση, την ισοτιμία, και με την ευγένεια. Ειδικά μπροστά στην ευγένεια της, πολλοί, σαστίζουν, θα πει.

 

 

Μου μοιάζει κάπως καρμικό για μια απόφοιτη Νομικής να υποδύεται μια αστυνομικό στο τηλεοπτικό «Δίχτυ» της ΕΡΤ ή να έχει παίξει στο δικαστικό θρίλερ «Terror» σε σκηνοθεσία του Γιώργου Οικονόμου. Μοιάζει να δίνεις… αναφορά σε παλαιότερα κομμάτια του εαυτού σου. Είναι έτσι;

Ίσως είναι αλήθεια, ίσως είναι και τύχη. Αν δω αυτές τις δουλειές μόνο κάτω από το πρίσμα της συνεργασίας, τόσο ο Μανούσος Μανουσάκης που με επέλεξε για το ρόλο της αστυνομικού και στο δεύτερο κύκλο της σειράς ο σκηνοθέτης μας Γρηγόρης Καραντινάκης, όσο και ο Γιώργος Οικονόμου είναι σκηνοθέτες που ψάχνουν για ένα μεγαλύτερο βάθος. Σαφώς και ήταν ευχάριστο που συναντούσα κάτι από τον παλιό μου εαυτό, αλλά σίγουρα τώρα υπήρχε και μια καλλιτεχνική πληρότητα. Για να είμαι ειλικρινής, όταν με κάλεσε ο Μανούσος, του ζήτησα να μου δώσει το ρόλο εγκληματία!

 

Φαίνεται, επομένως, να μετακινείσαι πολύ για χάρη του «Πριν ανοίξουμε φτερά» του Ζελέρ που μόλις έκανε πρεμιέρα. Γιατί το έργο καταπιάνεται με ένα δύσκολο θέμα, την οικογενειακή φροντίδα, τη μνήμη, την απώλεια.

 

Αν αφεθείς σε αυτό το έργο, σού χορδίζει συναισθήματα, μνήμες, βιώματα. Όλοι είμαστε παιδιά κάποιου, αδέλφια, κάποιοι είναι γονείς, ζευγάρια χρόνων ή λίγων μηνών, όλοι σχετιζόμαστε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Θέλω να πω πως αυτό το έργο κινείται μέσα στο δαίδαλο που συνθέτει το σύστημα μιας οικογένειας.  Άρα ο καθένας μπορεί, ανάλογα με την ηλικία του και το πρίσμα του, να βρει αντίκρυσμα. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Αντρέ είναι ο πολύπειρος Δημήτρης Καταλειφός.

 

Ο Αντρέ είναι ένας διάσημος συγγραφέας, σύζυγος και πατέρας, ο οποίος βιώνει την απώλεια πρώτα μέσα του, διότι δίνει καθημερινό αγώνα με την άνοια και έπειτα γύρω του.  Με έναν διαισθητικό τρόπο, όλο το έργο αναφέρεται σε βαθιές σχέσεις αγάπης, με κυριότερη αυτή μεταξύ του πρωταγωνιστικού ζευγαριού, που περνάει από όλα τα στάδια στο διάβα της ζωής: το πάθος, την αλληλεξάρτηση, τη ματαίωση, τη συμφιλίωση, τη φθορά μέχρι και την απώλεια, την προσπάθεια αποδοχής αυτής, και την απελευθέρωση.

 

Μόνο μέσα από τη δημιουργία ομορφιάς μέσα μας και γύρω μας, μπορώ να καταλάβω τη ζωή. Και την αναζητώ για να αγκαλιάζω τις σκιές μου

 

Τι σε φοβίζει περισσότερο ανάμεσα σε αυτά που διαπραγματεύονται οι ήρωες του Ζελέρ;

 

Με φοβίζει η απώλεια και η μεγάλη φθορά. Όμως, από την άλλη σκέφτομαι πως αυτός είναι ο δρόμος της ζωής, προσπαθώ να ισορροπώ με τη σκέψη πως όλοι γεννιόμαστε και πεθαίνουμε μόνοι· άρα, μέλημα μας είναι να ζήσουμε στην αγάπη, μια ‘πλούσια’ ενδιάμεση κατάσταση. Επίσης, πιστεύω πολύ πως, όταν θυμάσαι κάποιον/κάποια, θα ζει μέσα και μαζί σου. Μόνο μέσα από τη δημιουργία ομορφιάς μέσα μας και γύρω μας, μπορώ να καταλάβω τη ζωή. Και την αναζητώ για να αγκαλιάζω τις σκιές μου.

 

Μίλησες όμως και για το στοιχείο της απελευθέρωσης.

 

Θεωρώ ότι σε άλλο βαθμό, όλοι οι χαρακτήρες του έργου κάνουν τη δική τους προσπάθεια απελευθέρωσης. Για παράδειγμα, η νεαρότερη κόρη Ελίζ που υποδύομαι εγώ, με συγκινεί πόσο εξαρτημένη είναι ακόμη από τη γνώμη των γονιών και παλεύει για την έγκριση του πατέρα. Φαίνεται ελεύθερη και αποφασιστική, αλλά ψάχνει επιβεβαίωση. Και η μεγάλη κόρη, η Ανν, την οποία υποδύεται η Μαρκέλλα Γιαννάτου, δίνει τις δικές της μάχες να οριστεί ανεξάρτητα, χωρίς τα βάρη των προτύπων ή τις προβολές. Και όλα αυτά, ενώ παράλληλα η ζωή τρέχει και πρέπει να παρθούν διαδικαστικές αποφάσεις.

 

 

Ακούγοντας σε, καταλαβαίνω πως, σε επίπεδο ρόλων, υπάρχει ένα ανεξερεύνητο πεδίο για σένα.

 

Βέβαια. Μου αρέσουν τα πιο ‘λερωμένα’ ανεβάσματα, οπότε θα ήθελα να δοκιμαστώ σε τέτοια έργα περισσότερο. Υπάρχει μια έλλειψη φαντασίας – κυρίως στην τηλεόραση. Στο θέατρο δεν αισθάνθηκα ποτέ περιορισμένη, αλλά στην τηλεόραση η τυποποίηση συμβαίνει. Σίγουρα, έχω ανεξερεύνητους υποκριτικά τομείς, όχι όμως επειδή με απέκλεισε κάποιος, απλώς μέλλει να υλοποιηθούν. Θα ήθελα να τους εξερευνήσω και, καλά λες, να τους διεκδικήσω. Ή ακόμα καλύτερα, να τους δημιουργήσω.

 

Ως προσωπικότητα θεωρώ πως έχω πολλές γωνίες – και βέβαια καλλιτεχνικά προτίθεμαι να ανακαλύψω άλλες τόσες. Μου αρέσει αυτό που λέει η Cate Blanchet «μην επιτρέψεις στους άλλους να σε καθορίζουν».

 

Η ομορφιά σου λειτούργησε ποτέ ως τροχοπέδη στο να σου ανατεθούν ‘λερωμένοι’ ρόλοι;

 

Χωρίς να θέλω να αποφύγω την ερώτηση, αντιμετωπίζω πιο πολύ το «μέσα» του εαυτού μου, όπως και των γύρω μου. Μια καλή εξωτερική εμφάνιση, στο πλαίσιο της δουλειάς, έχει και καλά και κακά. Μάλλον, δεν ασχολούμαι πολύ με αυτό το ζήτημα, γιατί δεν το ελέγχω. Κάποιος, μπορεί να με προτιμήσει σε μια δουλειά, επειδή του φαίνομαι εμφανίσιμη και, αντίστοιχα, κάποιος άλλος να θεωρήσει πως είμαι πολύ κάτι, π.χ πολύ clean, πως δεν έχω ‘γωνίες’. Ωστόσο, ως προσωπικότητα θεωρώ πως έχω και μάλιστα πολλές, και βέβαια καλλιτεχνικά προτίθεμαι να ανακαλύψω άλλες τόσες. Μου αρέσει αυτό που λέει η Cate Blanchet «μην επιτρέψεις στους άλλους να σε καθορίζουν».

 

 

Τι έχεις ανακαλύψει κατά τη συνεργασία σου με την Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους – η οποία, σημειωτέον, είναι και τηλεοπτική σου συνεργάτιδα στο «Δίχτυ»;

 

Από τη γνωριμία μας στο σετ αναπτύξαμε μια σχέση εμπιστοσύνης, εκτίμησης και, τολμώ να πω, φιλίας. Μου αρέσει πολύ να δουλεύω με μια γυναίκα δημιουργό, με ενδιαφέρει η σκέψη, η γυναικεία θεώρηση – δυστυχώς, ακόμη είναι λιγότερες οι γυναίκες που αναλαμβάνουν την εποπτεία σε θεσμούς, σε ηγετικές θέσεις. Και δεν το αναφέρω μόνο για φεμινιστικούς λόγους, αλλά γιατί με ενδιαφέρει αισθητικά μια άξια γυναικεία ματιά και αντίληψη του κόσμου. Σε όλους τους τομείς, οι γυναίκες υπο-εκπροσωπούμαστε.  Και ειδικά στην Τέχνη, όσο δεν υπάρχει μια ισότιμη συμπερίληψη, μοιραία θα επαναλαμβάνεται η ανδρική οπτική για τα πράγματα.  Το ευτύχημα είναι πως στη δική μας παράσταση, στο «Πριν ανοίξουμε φτερά», οι γυναίκες υπερτερούν στο θίασο: συμμετέχουν η Ζωή Ρηγοπούλου, η Μαρκέλλα Γιαννάτου, η Ντίνα Αβαγιανού κι εγώ με σκηνοθέτιδα την Άννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους.

 

Πόσο μάλλον, όταν η Άννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους είναι μια δημιουργός που έπαιξε σημαντικό ρόλο για τη θέση της γυναίκας στη θεατρική εργασία – αν και νομίζω ότι αυτό, επεκτάθηκε, πήρε μεγάλη κοινωνική διάσταση.

 

Είμαι στο πλευρό όποιου/όποιας βοηθάει να καθαρίσει το τοπίο από φορείς κατάχρησης εξουσίας και κακοποιητικών συμπεριφορών. Στέκομαι δίπλα τους και το έχω βιώσει και εγώ  – λιγότερο η περισσότερο. Υποθέτω ότι οι περισσότεροι ενήλικες θα έχουν μια ανάλογη εμπειρία, είτε στο εργασιακό, είτε στο κοινωνικό περιβάλλον.

 

Είμαι στο πλευρό όποιου/όποιας βοηθάει να καθαρίσει το τοπίο από φορείς κατάχρησης εξουσίας και κακοποιητικών συμπεριφορών

 

Συνεπώς, έχεις βρεθεί κι εσύ σε δύσκολη θέση ως εργαζόμενη.

 

Ναι, έχω υπάρξει σε τέτοια θέση. Έκανα πολλή υπομονή και προσπάθησα με επαγγελματική ευγένεια να εξηγήσω τη γνώμη μου, όπως κάνω πάντα. Πιστεύω βαθιά στην ευγένεια. Επειδή φυσιογνωμικά έχω την όψη του καλού παιδιού, δεν είμαι μόνο αυτό. Δεν ξεχνώ πως ο κόσμος προχωράει ενίοτε με φωτιά και με μαχαίρι – με την έννοια ότι είμαι έτοιμη να υπερασπιστώ και να διεκδικήσω τα δικαιώματα μου και φυσικά και τα δικαιώματα των άλλων. Και αυτό, μερικές φορές, παρατηρώ ότι ξαφνιάζει.  

 

 

Είσαι περήφανη για την ευθύτητα σου;

 

Ναι, διότι την επιλέγω συνειδητά και παρά το ενδεχόμενο τίμημα. Θα ήθελα να μου ξανακάνεις κάποια χρόνια αργότερα αυτήν την ερώτηση, μήπως τότε πιστεύω στα «πιο στρογγυλά». Πρέπει, ωστόσο, να ορίσουμε την έννοια ευθύτητα, για να συνεννοηθούμε.  Εγώ αναφέρομαι σε  υπεύθυνη έκφραση της θέσης μου, σεβόμενη τη δική σου, το οποίο θεωρώ αναφαίρετο δικαίωμα όλων. Το λέω αυτό γιατί δεν ταυτίζομαι π.χ. με την επιπόλαιη έκφραση στα social media, λανθασμένα νοούμενη ως ελευθερία. Πάντως, πάνω από όλα πιστεύω στην πρόθεση και όταν αυτή είναι καλή, είμαι σίγουρη ότι  βρίσκεται χώρος για επικοινωνία.

 

Επιλέγω συνειδητά την ευθύτητα παρά το ενδεχόμενο τίμημα

 

Διανύεις τη φάση που εντατικά χτίζεις μια πορεία. Πιστεύεις ότι θα έπαιρνες την απόφαση να αποχωρίσεις από μια δουλειά εφόσον δεν θα εισέπραττες μια καλή συμπεριφορά;

 

Σίγουρα, είμαι αποφασιστική στο να μην δεχτώ εξαρχής μια ‘ριψοκίνδυνη’ πρόταση. Αν τώρα έπρεπε να φύγω από κάπου, ναι θα έφευγα· παρόλα αυτά, προσπαθώ πολύ, ώστε να μην χρειαστεί να χαλάσω μια επαγγελματική συμφωνία. Διότι πολλές φορές με άλλον έχεις κάνει τη συμφωνία και άλλος σε οδηγεί να αποχωρήσεις.

 

 

Μίλησες πριν για τη ‘φυλή’ σου στο θέατρο. Ωστόσο, το ερώτημα είναι πως έγινε το θέατρο ο τόπος σου; Γιατί είσαι μια ηθοποιός που, προηγουμένως, διέγραψες ένα πλήρες τόξο στις Νομικές σπουδές.

 

Σπούδασα Νομική καθώς από παιδί είχα έντονο αίσθημα δικαίου, ήμουν φύσει ιδεαλίστρια. Έβλεπα την κοινωνική ανισότητα και με κατέθλιβε- κάτι που παρατηρώ ακόμα- απλώς ως ενήλικη οφείλω πλέον να το διαχειριστώ. Ήμουν καλή μαθήτρια, έτσι το Πανεπιστήμιο ήρθε ως φυσική συνέχεια. Βεβαίως, η πιο ισχυρή μου επιθυμία παρέμενε το θέατρο· ωστόσο, νομίζω πως δεν ήμουν αρκετά ώριμη, ώστε να πάω κατευθείαν σε μια δραματική σχολή.

 

Αλλά κέρδισε η πρώτη επιλογή.

 

Όντως πέρασα στη Νομική Αθήνας, οι σπουδές μου μού άρεσαν πάρα πολύ, ένιωθα ότι ανοίγουν τους ορίζοντες μου. Ένιωθα πως εκπαιδευόμουν για να υπερασπιστώ τα δικαιώματά μου, πως κατανοούσα καλύτερα τη λειτουργία του κράτους και αποκτούσα μια πιο ευρεία ματιά σχετικά με τις πολιτικές εξελίξεις του παγκόσμιου χάρτη.  Κατά τα άλλα, δεν ήθελα ποτέ να γίνω δικηγόρος· αντιμετώπισα τη γνώση εγκυκλοπαιδικά. Κι αν φλέρταρα στενά με κάτι συγγενές είναι με το επάγγελμα της δικαστή, επειδή ακριβώς δεν υπερασπίζεται, αλλά απονέμει δικαιοσύνη. Παρόλα αυτά, ολοκληρώνοντας και το μεταπτυχιακό στην Αγγλία, μου έγινε εντελώς φανερό ότι δεν ανήκα εκεί. Θυμάμαι μια φορά στην ώρα του Ευρωπαϊκού Περιβαλλοντικού Δικαίου διάβαζα Καζαντζάκη. Με έπιασαν και όταν τους απάντησα ότι το «μη ανήκειν» μού προκαλεί μελαγχολία, δεν ήξεραν τι να μου πουν και με παρέπεμψαν στον ψυχολόγο του Πανεπιστημίου.

 

Δεν ήθελα ποτέ να γίνω δικηγόρος. Κι αν φλέρταρα στενά με κάτι συγγενές είναι με το επάγγελμα της δικαστή, επειδή απονέμει δικαιοσύνη

 

Συνεπώς, η φοιτητική ζωή λειτούργησε και ως ένα κανάλι ενηλικίωσης.

 

Ακριβώς. Αυτό ήταν και το σχόλιο του ψυχολόγου: θυμάμαι, μου είχε πει χαρακτηριστικά ότι τα χρόνια των σπουδών δεν είναι μόνο για να οδηγηθούμε στη γνώση ή στην εργασία, αλλά κυριότερα για να ανακαλύψουμε πραγματικά αυτό που είμαστε και θέλουμε να κάνουμε. Με καθησύχασε πως ό,τι μου συνέβαινε, ήταν το σωστό να συμβεί.

 

Είχα από μικρή μια επαναστατική πλευρά: νομίζω αυτός είναι ο πυρήνας της φύσης μου. Μα την ίδια ώρα, καλλιεργούσα και μια πειθαρχία

 

‘Εκανες τη στροφή ακούγοντας την ψυχή σου.

 

Ναι. Στην αποφασιστικότητα μου συνέβαλε και η χρονική συγκυρία: είχα ολοκληρώσει ένα πολύ σημαντικό, για μένα, κύκλο ζωής και ταυτόχρονα – με την κοινωνικο-οικονομική κρίση- διαψεύστηκαν πολλά από όσα είχα θεωρήσει δεδομένα στη ζωή. Δεν εξελίσσονταν γραμμικά τα πράγματα ούτε μέσα στην οικογένεια, ούτε στην ελληνική ή την παγκόσμια κοινωνία. Κι έτσι όλο αυτό το σπάσιμο της φούσκας λειτούργησε σαν τελεσίγραφο ή μάλλον σαν βατήρας· είπα «ή τώρα ή ποτέ». Η μητέρα μου είχε αντιρρήσεις, ο πατέρας μου επιχειρηματολογούσε για τον κόπο που είχα καταβάλλει, αλλά εγώ επέμενα πως θέλω να σπουδάσω υποκριτική, λέγοντας ψέματα ότι έχω σκεφτεί plan B. Δεν είχα, αυτό ήθελα και τίποτα άλλο. Σάστισαν όλοι. 

 

 

Είσαι ένας άνθρωπος που αντλείς από τον πυρήνα της οικογένειας;

 

Σίγουρα – και πια το αντιλαμβάνομαι σε βάθος. Οι αντιρρήσεις και οι αντιστάσεις που είχα ως νεαρή ενήλικας ήταν μεγάλες· αμφισβήτησα τους γονείς μου, συγκρουστήκαμε έντονα. Παρόλα αυτά, μεγαλώνοντας, όπως απορρίπτω κάμποσα, για άλλα τόσα και περισσότερα ευγνωμονώ την οικογένειά μου.

 

Στα 23 μου χρόνια κατάλαβα ότι αυτά που θέλεις, πρέπει κάποτε να τα φωνάξεις

 

Μια επανάσταση που σε οδήγησε στη σκηνή.

 

Η επιθυμία της σκηνής υπήρχε μέσα μου από τα 12, όταν έπαιξα σε σχολική θεατρική παράσταση. Απλώς δεν την φώναζα.  Και στα 23 μου χρόνια κατάλαβα ότι αυτά που θέλεις, πρέπει κάποτε να τα φωνάξεις.

 

“Σπούδασα Νομική καθώς από παιδί είχα έντονο αίσθημα δικαίου, ήμουν φύσει ιδεαλίστρια” εξηγεί η Φιόνα Γεωργιάδη, μιλώντας για την πρώτη φάση του επαγγελματικού της προσανατολισμού.

 

Φεύγεις, λοιπόν, για τις θεατρικές σου σπουδές στη Νέα Υόρκη. Ακόμη μεγαλύτερη… επανάσταση.

 

Στη Νέα Υόρκη ένιωσα ότι εφηύρα ή επανεφήυρα τον εαυτό μου. Αν έμενα εδώ, για προσωπικούς λόγους, δεν θα μπορούσα να δοκιμαστώ σε αυτό που ήθελα. Είχα πολύ μεγάλη ανάγκη να είμαι αυθύπαρκτη, να εμπιστευτώ τον εαυτό μου. Έτσι ψάχνοντας για σχολές στο εξωτερικό, βρήκα μια καθηγήτρια, μια acting coach στο Σαν Φρανσίσκο – την ώρα, μάλιστα, που έδινα εξετάσεις στο Σύλλογο Δικηγόρων Αθηνών! Με παρότρυνε να πάω στη Νέα Υόρκη και συγκεκριμένα στη σχολή απ’ όπου αποφοίτησα. Ξεκίνησα μ’ έναν κύκλο σεμιναρίων και στη συνέχεια έδωσα εξετάσεις για να μπω στη σχολή HB Studio Hagen Institute, θεατρική σχολή της μεθοδολογίας της Γερμανίδας ηθοποιού Uta Hagen, από το 1945. Μια μικρή, ευρωπαϊκού χαρακτήρα, σχολή στο κέντρο του Μανχάτταν. Είμαι ευγνώμων που βρέθηκα στους κόλπους της. Παραδέχομαι ότι ήθελα και η ίδια να διερευνήσω τι ήταν αυτό που με μαγνήτιζε στο θέατρο και να διαπιστώσω αν η έλξη μας θα ήταν αμοιβαία, αν θα μπορούσα να σταθώ μέσα σε αυτό. Εννοείται πως όλη αυτή η διαδρομή είχε κάτι το τυχοδιωκτικό, δεν υπήρχε τίποτα στρωμένο. Αλλά όταν βρέθηκα στη σχολή μου, ήταν σαν να είμαι εκεί όπου έπρεπε να είχα βρεθεί από χρόνια. Αυτό το ανήκειν, που λέγαμε νωρίτερα, είχε εκπληρωθεί.

 

Στη Νέα Υόρκη ένιωσα ότι εφηύρα ή επανεφήυρα τον εαυτό μου

 

Τι είχε μεσολαβήσει στην Ελλάδα;

 

Σε μια δραματική σχολή επισήμαναν ότι, από την στιγμή που σπουδάζω Νομική, προφανώς δεν θέλω να γίνω ηθοποιός. Ήμουν σε ηλικία 19 ετών, δεν ήξερα τίποτα για τον εαυτό μου, οπότε άκουγα τους απ’ έξω. Παραδέχομαι ότι αυτό τότε με σταμάτησε, με μπλόκαρε κάπως – ευτυχώς, όχι ολοκληρωτικά.

 

Για τις σπουδές της στη Νέα Υόρκη: “Εννοείται πως όλη αυτή η διαδρομή είχε κάτι το τυχοδιωκτικό, δεν υπήρχε τίποτα στρωμένο. Αλλά όταν βρέθηκα στη σχολή μου, ήταν σαν να είμαι εκεί όπου έπρεπε να είχα βρεθεί από χρόνια. Αυτό το ανήκειν, που λέγαμε νωρίτερα, είχε εκπληρωθεί”.

 

Τι άλλο σου προσέφερε η ζωή στη Νέα Υόρκη;

 

Εκεί βίωσα και κάτι ακόμα: είδα καλλιτέχνες που δεν αφιερώνονταν αποκλειστικά στην κοινωνική συναναστροφή, αλλά κρατούσαν ήσυχα την ενέργεια τους για τη δημιουργία. Κι έτσι εντάχθηκα ομαλά σε αυτό, με την πεποίθηση πως στο θέατρο μπορώ να κάνω και να δοκιμάσω όποια τρέλα θέλω, μέσα στο ασφαλές πλαίσιο της τέχνης.

 

Δεν στενοχωριέμαι που μεγαλώνω, αφού είμαι τυχερή να πληθαίνουν τα ερεθίσματα και η ίδια να μπαίνω μέσα στα πράγματα με μεγαλύτερο θάρρος

 

Συνάμα, δεν έμεινες μόνο στη φάση της σπουδής, ‘έξυσες’ και λίγο την επιφάνεια, είδες τι σημαίνει «δουλεύω στην Νέα Υόρκη» – ακόμα και σε off Broadway θέατρα.

 

Βρέθηκα στο επαγγελματικό θέατρο χάρη στους καθηγητές μου. Και μου άρεσε πάρα πολύ η εμπειρία να παίζω θέατρο στα αγγλικά: ήταν μια διπλή πρόκληση, σε ταυτόχρονη λειτουργία ο νους, το σώμα και η ψυχή μου. Αλλά όπως είπες πολύ ωραία, ‘έξυσα’ την εμπειρία, δεν εργάστηκα για πολύ καιρό· δυο χρόνια, με τελευταία πρόταση συνεργασίας στο «La Mama», από τα πιο προοδευτικά off Broadway θέατρα της πόλης. Εκείνο που σίγουρα κατάλαβα είναι πως στη Νέα Υόρκη αν δεν είσαι καλός σε αυτό που κάνεις, το σύστημα σε πετάει αμέσως έξω. Υπάρχουν παρά πολλοί ικανοί άνθρωποι.

 

Για την επιστροφή της στην Αμερική, επί των ημερών Τραμπ: “Προσωπικά σαστίζω που ακραίες έως ψυχοπαθητικές περιπτώσεις ανθρώπων βρίσκονται σε κρίσιμες ηγετικές θέσεις. Οπότε ξεκάθαρα, η προεδρία του Τραμπ λειτουργεί αποτρεπτικά για μένα”.

 

Κρατάς επαγγελματικές επαφές με την Αμερική.

 

Όταν εγκρίθηκε η βίζα μου για να επιστρέψω, ο σκηνοθέτης Νίκος Περάκης και η σεναριογράφος Κατερίνα Μπέη μου πρότειναν να παίξω στην ταινία τους «Success Story». Και έτσι έμεινα, με κράτησε εδώ η ροή της εργασίας μου, κάπως οργανικά. Είμαι, όμως, ευκίνητη. Λόγου χάρη, πριν από δύο χρόνια έπαιξα στο ΚΘΒΕ σε σκηνοθεσία του Θοδωρή Αμπαζή στον «Κατά φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου. Έμεινα στη Θεσσαλονίκη για έξι μήνες· θέλω να πω πως μετακινούμαι ευχαρίστως για χάρη της δουλειάς μου, αλλά ως βάση μου προτιμώ, πλέον, την Αθήνα. Στην Αμερική, εξακολουθώ να εκπροσωπούμαι μέσω της ατζέντισσας μου.

 

Είχα γυρίσει στην Ελλάδα με πολλή όρεξη να μάθω και να ριχτώ σε νέες εμπειρίες

 

Μήπως οι μέρες Τραμπ σε κάνουν πιο σκεπτική για μια επιστροφή στις ΗΠΑ;

 

Ναι. Ήδη από την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ είχε «διώξει» μεγάλο όγκο καλλιτεχνικού κόσμου  από την Αμερική, με την έννοια ότι εκατοντάδες άνθρωποι δεν ήθελαν να συντονιστούν με αυτήν την πολιτική. Οι δε φίλοι μου από τη Νέα Υόρκη, μου μεταφέρουν ένα κλίμα απογοητευτικό, καθώς είναι μια πόλη που έχει ευρωπαϊκό προσανατολισμό, κυρίως ως προς το μορφωτικό επίπεδο. Προσωπικά σαστίζω που ακραίες έως ψυχοπαθητικές περιπτώσεις ανθρώπων βρίσκονται σε κρίσιμες ηγετικές θέσεις. Οπότε ξεκάθαρα, η προεδρία του Τραμπ λειτουργεί αποτρεπτικά για μένα.

 

Δεν χάνει την αισιοδοξία της γιατί “υπάρχει και η καλοσύνη, το δίκαιο, το τυχερό, το καθαρό. Και από τη δική μου θέση, θέλω να συμβάλλω σε όλα αυτά. Γιατί η ατομική πράξη – είμαι σίγουρη- ότι διαστέλλεται και τελικά επηρεάζουμε ο ένας τον άλλον”.

 

Ευρύτερα, λαμβάνοντας υπόψιν και το υπόβαθρο των πρώτων σπουδών σου, φαίνεται πως είσαι ένας άνθρωπος που σε απασχολεί το δίκαιο, η ισοτιμία.

Έτσι είναι – και η υποκρισία που συχνά σκεπάζει το άδικο με καταθλίβει ακόμα περισσότερο. Παραδέχομαι πως έχω μελαγχολική φύση. Το θέατρο είναι ένα ωραίο αντίβαρο, γιατί μέσα από αυτό το δρόμο μπορείς να μετουσιώσεις πολλά συναισθήματα.

 

Η υποκρισία που συχνά σκεπάζει το άδικο με καταθλίβει

 

Από την άλλη, τι σε κάνει να αισιοδοξείς;

Το γεγονός ότι εκεί έξω υπάρχει και το καλό στοιχείο, κι είναι δυνατό και φωτεινό. Σε πολύ δύσκολες περιόδους της ζωής μου, έχω ευεργετηθεί ακόμα κι από άγνωστους σε μένα ανθρώπους, τόσο στην Αμερική όσο και στην Ελλάδα. Από ανθρώπους που βρέθηκαν στο διάβα μου για λίγο, αλλά χωρίς τους οποίους δεν θα τα είχα καταφέρει. Ένα παράδειγμα μόνον είναι η σπιτονοικοκυρά μου στη Νέα Υόρκη, η οποία δήλωσε στη συνέλευση της πολυκατοικίας πως της είχα δώσει εγγύηση έξι ενοίκια μπροστά –  ως είθισται για να  κλείσεις εκεί ένα διαμέρισμα – ενώ δεν της είχα δώσει ούτε ένα. Θέλω να πω υπάρχει και η καλοσύνη, το δίκαιο, το τυχερό, το καθαρό. Και από τη δική μου θέση, θέλω να συμβάλλω σε όλα αυτά. Γιατί η ατομική πράξη – είμαι σίγουρη- ότι διαστέλλεται και τελικά επηρεάζουμε ο ένας τον άλλον. Δεν βλέπω καμία άλλη λύση, παρά μόνο αυτήν· όπως με γαληνεύουν και τα πολύτιμα μαθήματα, που μας δίνει η επαφή μας με τη φύση. Η φύση σε επαναπροσδιορίζει  συνέχεια, γιατί ναι μεν ακούς την ασχήμια των ειδήσεων, αλλά από την άλλη βλέπεις τον ήλιο, στο μεγαλείο του σε μια ανατολή ή ένα ηλιοβασίλεμα και λες… «τι μαγεία». Κι αυτά δεν μπορεί να στα πάρει κανείς.

 

Τι αγαπάς και τι επικρίνεις στον εαυτό σου;

 

Σίγουρα θα ήθελα να είμαι λιγότερο αγχώδης, πιο πρακτική. Και την ίδια ώρα, προσπαθώ να αγαπήσω ακόμα κι αυτά που επικρίνω στον εαυτό μου και στους πολύ δικούς μου ανθρώπους.