Έκτορας-Ξαβιέ Δελαστίκ
Στο δελτίο Τύπου της ΕΙΝΑΠ που δημοσιεύτηκε χθες το απόγευμα καταγγέλεται ένα εξαιρετικά σοβαρό περιστατικό. Όπως διαβάζουμε, την Παρασκευή 31/10, άτομα αγνώστων στοιχείων με πολιτική περιβολή εμφανίστηκαν στα Επείγοντα (ΤΕΠ) του Νοσοκομείου Ερυθρός Σταυρός – Κοργιαλένειο, απαιτώντας να τους παραδοθούν «τα ονοματεπώνυμα και τα ιατρικά στοιχεία ΟΛΩΝ των ασθενών «νεαρής ηλικίας» που είχαν προσέλθει στο ΤΕΠ «λόγω τραυματισμού στο κεφάλι».
Από την ανακοίνωση γίνεται σαφές πως ανεξάρτητα από τους όποιους λεκτικούς ισχυρισμούς μπορεί να έγιναν, ποτέ δεν εμφανίστηκε κάποια αστυνομική ταυτότητα ή έγγραφο το οποίο να πιστοποιεί πως τα άτομα αυτά προέβαιναν σε παράνομη ενέργεια ως μέλη της Ελληνικής Αστυνομίας και όχι ως ιδιώτες. Το αναγνωστικό κοινό πρέπει να γνωρίζει πως ακόμα και με την επίδειξη αστυνομικής ιδιότητας, η ενέργεια θα παρέμενε παράνομη, καθώς πρόκειται για αίτημα μαζικής παράδοσης εξαιρετικά ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων «στο σωρό». Ταυτόχρονα όμως, αν είχε γίνει επίδειξη αστυνομικής ιδιότητας, το προσωπικό του νοσοκομείου θα μπορούσε (και θα όφειλε) να σημειώσει τα ακριβή στοιχεία των ατόμων αυτών, ώστε να αποδοθούν ποινικές ευθύνες.
Εύλογο το ερώτημα του γιατί να συνέβη ένα τέτοιο περιστατικό.
Το πλαίσιο

Το περιστατικό αυτό δε γίνεται σε νεκρό χρόνο: λίγες ώρες νωρίτερα είχε προηγηθεί πορεία μνήμης του Κυριάκου Ξυμητήρη. Στο πλαίσιο αυτής, είχε σημειωθεί επίθεση της αστυνομίας σε διαδηλωτές, με μια διμοιρία να ρίχνει στο έδαφος διαδηλώτρια και αστυνομικό να την κλωτσά στο κεφάλι με τέτοια δύναμη, ώστε να σπάσει το κράνος της με τη μπότα του. Το γεγονός ότι όλα αυτά συνέβησαν μπροστά σε κάμερα και έχει καταγραφεί καθαρά το πρόσωπο του αστυνομικού προκάλεσε πολιτική κατακραυγή.
Το ίδιο βράδυ, αστυνομικές δυνάμεις κινήθηκαν επίσης κοντά στο σημείο της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου στα Εξάρχεια, όπου έδρασαν με το χαρακτηριστικό τρόπο επαγγελματιών χούλιγκαν, ξυλοκοπώντας κόσμο σε μαγαζιά της περιοχής και προκαλώντας καταστροφές σε αυτά. Εκεί καταγράφηκαν εκ νέου σε βίντεο τα ανδραγαθήματά τους, τα οποία περιελάμβαναν την επίθεση σε ένα άτομο με τεχνητό πόδι, που βρισκόταν σε ένα από τα μαγαζιά ακυρώνοντας οποιονδήποτε ισχυρισμό της αστυνομίας για «άμυνα».
Τα περιστατικά ήταν τόσο δύσκολο να κοικουλωθούν, που ανακοινώθηκε Ένορκη Διοικητική Εξέταση για τις επιχειρήσεις της αστυνομίας εκείνο το βράδυ. Φυσικά δεν περιμένουμε κάτι ιδιαίτερο από την ίδια την Ε.Δ.Ε., καθώς έχει στοιχειοθετηθεί σε βάθος χρόνου πως πρόκειται για οργανωμένο μηχανισμό συγκάλυψης, ειδικά όταν πρόκειται για ζητήματα αστυνομικής βίας κατά πολιτών. Παρ’ όλα αυτά, όταν γίνεται Ε.Δ.Ε. με τα φώτα της δημοσιότητας προς στιγμής στραμμένα σε ένα θέμα, η αστυνομία δε μπορεί να βασιστεί αυτόματα στην πεπατημένη της ατιμωρησίας.
Οι πιθανές ερμηνείες
Επιστρέφοντας στο νοσοκομείο Ερυθρός Σταυρός – Κοργιαλένειο, πρέπει να σημειώσουμε πως πρόκειται για το εφημερεύον νοσοκομείο εκείνης της νύχτας, οπότε και πιθανοί τραυματίες από τη διαδήλωση θα είχαν διακομιστεί εκεί.
Η ερμηνεία που είναι πιθανότερο να υιοθετήσει η Ελληνική Αστυνομία είναι πως επρόκειτο για άτομα αγνώστων στοιχείων, τα οποία ουδεμία σχέση έχουν με αυτήν, οπότε και θα πρέπει να αναζητηθούν με κάποια κατηγορία αντιποίησης αρχής. Δεδομένου φυσικά του ότι ούτε έφεραν στολές, ούτε έδειξαν κάποια ταυτότητα, μπορούμε να καταλάβουμε πόσο χαμηλά θα βρεθεί στις προτεραιότητες μια τέτοια έρευνα (εάν και εφ’ όσον αυτή είναι η εκδοχή που θα υιοθετήσει το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης). Η πολιτική μας εκτίμηση είναι πως ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι παιδαριωδώς απίθανο – κανένας πολίτης δεν πηγαίνει μέσα στη νύχτα με τα ρούχα του σε ένα νοσοκομείο να κάνει αντιποίηση αρχής από τα Lidl, ώστε να πάρει τα αρχεία εισαγωγών των Επειγόντων. Οπότε και πρέπει να εξετάσουμε δύο πολύ πιο ανησυχητικά ενδεχόμενα.
Η δεύτερη (και πιθανότερη) ερμηνεία είναι να ήταν όντως άτομα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εν υπηρεσία και με πλήρη (άτυπη ή όχι) ενημέρωση των ανωτέρων τους. Σε αυτήν την περίπτωση έχουμε ένα Υπουργείο που με ευθύνη της αστυνομικής και πολιτικής του ηγεσίας παρανομεί με πολύ εμφανή τρόπο. Το ενδεχόμενο αυτό (ειδικά αν όλη αυτή η διαδικασία έγινε «άτυπα», με τα γνωστά Viber groups που χρησιμοποιούνται όταν πρέπει να δοθούν εντολές που να μην καταγράφονται στις επίσημες επικοινωνίες), μπορεί να εξηγήσει και το γεγονός της μη επίδειξης αστυνομικών ταυτοτήτων.
Η τρίτη, λιγότερο πιθανή και πιο ανησυχητική ερμηνεία είναι να ήταν όντως άτομα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, τα οποία να αυτομόλησαν χωρίς σαφείς, έστω και άτυπες, άνωθεν εντολές. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο φέρνει αμέσως στο προσκήνιο την αθρόα είσοδο της Χρυσής Αυγής και του λοιπού οργανωμένου εγκλήματος στην Ελληνική Αστυνομία κατά τις θητείες Χρυσοχοΐδη. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο μιλάμε για οργανωμένες ομάδες της αστυνομίας, οι οποίες δρουν με ανεξέλεγκτο τρόπο εκμεταλλευόμενες την αστυνομικη ασυλία για ίδιον όφελος, στα πλαίσια της αστυνομικής τους ιδιότητας. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα έπρεπε να σημαίνει αυτόματο ξήλωμα της αστυνομικής και πολιτικής ηγεσίας από καθαρά αστική οπτική γωνία.
Τα δύο τελευταία ενδεχόμενα συνδέονται άμεσα με την Ε.Δ.Ε. που βρίσκεται σε εξέλιξη. Η φύση των αρχείων που τα άγνωστα άτομα ζήτησαν κάνει εμφανές πως έψαχναν άτομα τα οποία να υπήρχε περίπτωση να χτυπήθηκαν από αστυνομικούς (θα φαινόταν από την περιγραφή των τραυμάτων). Έχοντας τέτοιες λίστες, θα μπορούσαν να επιδοθούν στη συνήθη πρακτική απαγγελίας κατηγοριών ή/και σύλληψη στα πλαίσια αυτοφώρου σε τραυματίες.
Αποδίδοντας κατασκευασμένα κατηγορητήρια και ορίζοντας μερικούς αστυνομικούς ψευδομάρτυρες εναντίον ανθρώπων, οι αστυνομικοί που ελέγχονται από Ε.Δ.Ε. μπορούν να βρεθούν σε θέση επιτιθέμενου, παρά αμυνόμενου, έχοντας μετατρέψει τα θύματά τους σε κατηγορούμενους ή/και συλληφθέντες. Η πρακτική ψευδών κατηγοριών αποτελεί πάγια τακτική της ΕΛ.ΑΣ., εμφανή για όποιον έχει παρευρεθεί σε δικαστήρια μετά από επεισόδια, κατά την οποία η ίδια η αστυνομία μπορεί ταυτόχρονα να χάνει τη συντριπτική πλειοψηφία των δικών και να υφίσταται μηδενικές συνέπειες. Το μόνο ζητούμενο είναι η αποφυγή των συνεπειών κατά τη διενέργεια της Ε.Δ.Ε. μέσω της ψευδομαρτυρίας.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει φυσικά να προσθέσουμε πως από το 2024 έχει ψηφιστεί διάταξη, η οποία επιτρέπει στους αστυνομικούς μάρτυρες να μην εξετάζονται δια ζώσης από το δικαστήριο, όπως γίνεται με κάθε άλλο μάρτυρα σε ανάλογες υποθέσεις. Ακριβώς με τις αντιφάσεις που εμφανίζονταν κατά τη δια ζώσης εξέτασή τους στο δικαστήριο ήταν που κατέρρεαν τα κατηγορητήρια-καρμπόν, με τα οποία διαδηλωτές και περαστικοί «τυλίγονταν σε μια κόλλα χαρτί».
Ξυπνούν μνήμες επταετίας
Δεν κάνουμε καμία υπερβολή. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο είχε κινηθεί η αστυνομία μετά την αιματοβαμμένη Νύχτα του Πολυτεχνείου. Αστυνομικές δυνάμεις είχαν σταλεί σε νοσοκομεία και απαιτούσαν από το ιατρικό προσωπικό να τους παραδώσει τα έγγραφα που αφορούσαν τις εισαγωγές τραυματιών, ώστε να συλλάβουν όποιο άτομο ταίριαζε στο προφίλ φοιτητή που ξυλοκοπήθηκε ή πυροβολήθηκε. Προς μεγάλη του τιμή, το ιατρικό προσωπικό φυγάδευσε μεγάλο αριθμό τραυματιών με ελαφρά τραύματα, όπως σημειώνεται και στο πόρισμα Τσεβά (14.10.1974). Ταυτόχρονα, όπως έγινε γνωστό με τα χρόνια, αρκετοί γιατροί κατέγραψαν ψεύτικες αιτίες εισαγωγής ή/και ηλικίες και ονόματα για να προστατεύσουν βαρύτερα τραυματισμένα άτομα, τα οποία δε μπορούσαν να φύγουν από το νοσοκομείο.
Βρισκόμαστε στο μήνα του Πολυτεχνείου. Βρισκόμαστε ένα μήνα πριν το μήνα του Γρηγορόπουλου. Μιλούμε τα τελευταία χρόνια πολύ για την άνοδο της ακροδεξιάς και το alt-right ως την προσπάθεια δόμησης του φασισμού προσαρμοσμένου στα δεδομένα του 21ου αιώνα. Ξεχνούμε συχνά πως η ραχοκοκκαλιά της ακροδεξιάς στην Ελλάδα είναι οι νοσταλγοί της χούντας. Και πως αυτό δείχνει γιατί πολιτικά πειράματα τύπου Μπογδάνου ή Λατινοπούλου παραμένουν περιθωριακά. Όπως δείχνει και γιατί πολιτικά πειράματα όπως ο Γεωργιάδης ή ο Βορίδης αντιθέτως, υιοθετούνται και εντάσσονται στην πρώτη γραμμή της αστικής πολιτικής.












