Έντονο ενδιαφέρον φαίνεται να προκαλούν στο Βερολίνο οι εξελίξεις στην ελληνική πολιτική σκηνή, σύμφωνα με σημείωμα της Γερμανικής Πρεσβείας στην Αθήνα που διαβιβάστηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, στα τέλη Οκτωβρίου στο Υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας.
Το έγγραφο, το οποίο συντάχθηκε ύστερα από σειρά επαφών με κυβερνητικούς, κοινοβουλευτικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους, περιγράφει μια εικόνα «αναδιάταξης και ρευστότητας» του πολιτικού τοπίου, με το βλέμμα στραμμένο τόσο στην κινητικότητα στην αριστερά όσο και στις αναταράξεις στη συντηρητική παράταξη.
Η επανεμφάνιση Τσίπρα και η κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ
Στην ανάλυση της πρεσβείας επισημαίνεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας «δεν προτίθεται να παραμείνει σιωπηλός για πολύ ακόμη», ενώ η αποχώρησή του από τον ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζεται ως καθοριστική τομή για την ελληνική αριστερά.
Σύμφωνα με το σημείωμα, «η κρίση ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ βαθαίνει», καθώς το κόμμα «καταγράφει ποσοστά που σε ορισμένες δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ότι δύσκολα θα επιτύχει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση στις επόμενες εκλογές».
Η γερμανική ανάλυση αποδίδει τη φθορά αυτή σε «παρατεταμένη έλλειψη ενιαίου λόγου, οργανωτικής συνοχής και νέας φυσιογνωμίας μετά την αποχώρηση του Τσίπρα».
Ο πρώην πρωθυπουργός, σημειώνεται, «εξετάζει σοβαρά τη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα», ο οποίος θα επιχειρήσει να εκφράσει «την απογοήτευση του προοδευτικού χώρου» και να απευθυνθεί σε ευρύτερο ακροατήριο πέραν των παραδοσιακών ψηφοφόρων της αριστεράς.
Η πρεσβεία επισημαίνει ότι ο Τσίπρας προσπαθεί να επανεμφανιστεί ως ώριμος, μετριοπαθής ηγέτης, που διεκδικεί ρόλο «συνθετικό και όχι αντισυστημικό», με στόχο τη διαμόρφωση ενός πλαισίου σταθερής προοδευτικής αντιπολίτευσης.
Εκτιμά δε ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ένας νέος σχηματισμός γύρω από τον ίδιο θα μπορούσε να συγκεντρώσει έως και 20%, εφόσον εκφράσει «το κενό που αφήνει η σημερινή αποδυναμωμένη αντιπολίτευση».
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στα απομνημονεύματα του Τσίπρα, τα οποία «αναμένονται με ενδιαφέρον ως απόπειρα πολιτικής επανεκκίνησης».
Κατά την εκτίμηση της πρεσβείας, το βιβλίο του «αναμένεται να λειτουργήσει ως εργαλείο επαναπροσδιορισμού της προσωπικής του πορείας και επανεγγραφής της περιόδου 2015–2019 στο δημόσιο διάλογο».
Η κινητικότητα στα δεξιά της ΝΔ και το ενδεχόμενο νέου κόμματος Σαμαρά
Το σημείωμα αφιερώνει εκτενές τμήμα και στις κινήσεις του Αντώνη Σαμαρά, τονίζοντας ότι ο πρώην πρωθυπουργός έχει «εντατικοποιήσει τη δημόσια παρουσία του» μετά την απομάκρυνσή του από τη Νέα Δημοκρατία στα τέλη του 2024.
Οι συντάκτες του εγγράφου θεωρούν πιθανό το ενδεχόμενο ίδρυσης νέου “πατριωτικού” κόμματος, που θα επιχειρήσει να εκφράσει τη «δυσαρέσκεια ενός τμήματος της συντηρητικής βάσης» για τη μετριοπαθή προσέγγιση της κυβέρνησης στα ελληνοτουρκικά και τη μεταναστευτική πολιτική.
Η γερμανική πρεσβεία σημειώνει ότι «η ρητορική Σαμαρά εστιάζει σε ζητήματα εθνικής ταυτότητας, κυριαρχίας και ασφάλειας», πεδία στα οποία διαπιστώνει απήχηση σε ένα τμήμα των ψηφοφόρων της παραδοσιακής δεξιάς.
Ωστόσο, η ίδια ανάλυση εκτιμά ότι η κίνησή του δεν αναμένεται να απειλήσει ευθέως τη συνοχή της ΝΔ, καθώς «το κυβερνών κόμμα εξακολουθεί να διαθέτει σταθερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και στήριξη των αγορών».
Αντιθέτως, το κείμενο θεωρεί ότι η παρουσία ενός νέου σχηματισμού στα δεξιά της ΝΔ θα μπορούσε να περιορίσει τη δυνατότητα ελιγμών της κυβέρνησης σε κρίσιμα εθνικά ζητήματα, κυρίως στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στις συζητήσεις για την Ανατολική Μεσόγειο.
Η εξέλιξη αυτή, όπως υπογραμμίζεται, «θα περιπλέξει τη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής, χωρίς όμως να ανατρέψει τον συνολικό προσανατολισμό της Αθήνας».
Η «παλιά φρουρά» και το έλλειμμα ανανέωσης
Στην πλέον χαρακτηριστική αποτίμηση του εγγράφου, η πρεσβεία αναφέρει ότι η ελληνική πολιτική σκηνή παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα μοντέλο περιορισμένης εσωκομματικής δημοκρατίας και έντονης προσωποκεντρικής λειτουργίας.
Σύμφωνα με το κείμενο, «η απουσία μηχανισμών ανανέωσης και η αδυναμία παραγωγής νέων ηγετικών φυσιογνωμιών οδηγούν στην επαναφορά γνωστών προσώπων με διαφορετική ρητορική και νέο περιτύλιγμα».
Η διπλωματική αποστολή παρατηρεί ότι τόσο ο Τσίπρας όσο και ο Σαμαράς επιδιώκουν να αξιοποιήσουν τη διάχυτη κοινωνική κόπωση, παρουσιάζοντας εαυτούς ως «εναλλακτικές φωνές σε ένα φθαρμένο πολιτικό σύστημα».
Η ταυτόχρονη επανεμφάνισή τους, αναφέρει το έγγραφο, «αντανακλά το έλλειμμα ανανέωσης και τη δυσκολία των κομμάτων να αναδείξουν νέα στελέχη ικανά να εκφράσουν τις ανάγκες της μεσαίας τάξης».
Η πρεσβεία καταλήγει ότι το φαινόμενο αυτό δεν αφορά αποκλειστικά στην Ελλάδα, αλλά εντάσσεται σε ευρύτερη τάση που παρατηρείται και σε άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε., «όπου η κοινωνική κόπωση και η κρίση αντιπροσώπευσης τροφοδοτούν την επιστροφή γνώριμων προσώπων στο προσκήνιο».
Σταθερότητα με προειδοποιητικά σημάδια
Η ανάλυση της γερμανικής πρεσβείας αποφεύγει δραματικούς τόνους, αλλά καταγράφει ενδείξεις πολιτικής κόπωσης.
Παρά τη σαφή διαπίστωση ότι «η κυβέρνηση της Ελλάδας διατηρεί σταθερή πλειοψηφία και υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης στις διεθνείς αγορές», το σημείωμα επισημαίνει ότι «η κοινωνική ανησυχία για το κόστος ζωής, τις ανισότητες και την αίσθηση πολιτικής απομάκρυνσης αυξάνεται».
Το έγγραφο προβλέπει ότι οι πρωτοβουλίες Τσίπρα και Σαμαρά ενδέχεται να επιδράσουν στο δημόσιο διάλογο περισσότερο ως “πολιτικοί καταλύτες” παρά ως παράγοντες αποσταθεροποίησης, ωστόσο επισημαίνει ότι οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι για την αποσαφήνιση των πολιτικών ισορροπιών.
Στο κλείσιμο, το σημείωμα αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η Ελλάδα εισέρχεται σε φάση επαναπροσδιορισμού των πολιτικών της ταυτοτήτων. Το ζητούμενο είναι αν οι νέες πρωτοβουλίες θα οδηγήσουν σε πραγματική ανανέωση ή θα αναπαράγουν τους γνωστούς διαχωρισμούς του παρελθόντος.»
Ευρωπαϊκό ενδιαφέρον και περιφερειακές επιπτώσεις
Η πρεσβεία συνδέει τις ελληνικές πολιτικές διεργασίες με τη γενικότερη ανησυχία της Ε.Ε. για σταθερότητα στον Νότο, σημειώνοντας ότι «η Ελλάδα παραμένει πυλώνας ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και βασικός εταίρος σε ενεργειακά και μεταναστευτικά ζητήματα».
Οποιαδήποτε πολιτική αστάθεια, προστίθεται, «θα επηρέαζε αρνητικά την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία και τις ισορροπίες με την Τουρκία».
Στο πλαίσιο αυτό, το Βερολίνο θεωρεί πως «η διατήρηση ισχυρής και προβλέψιμης κυβέρνησης στην Αθήνα» αποτελεί προϋπόθεση για την ομαλή λειτουργία των ευρωτουρκικών σχέσεων, ενώ παρακολουθεί με προσοχή «την άνοδο λαϊκιστικών ή υπερεθνικιστικών φωνών στην ελληνική δημόσια σφαίρα».
Συνολική αποτίμηση
Η γερμανική ανάλυση σκιαγραφεί ένα πολιτικό τοπίο σε μεταβατική φάση: μια κυβέρνηση με ισχυρό θεσμικό πλαίσιο, αλλά εμφανή κόπωση, μια αντιπολίτευση σε αναζήτηση ταυτότητας και δύο πρώην πρωθυπουργούς που διεκδικούν ρόλο στην επόμενη μέρα.
Η γενική εκτίμηση του Βερολίνου είναι ότι η Ελλάδα παραμένει σταθερή, αλλά όχι ακλόνητη, και πως «η πολιτική ρευστότητα μπορεί να εξελιχθεί είτε σε ευκαιρία ανανέωσης είτε σε επανάληψη γνώριμων κύκλων».
Πηγή: ethnos.gr












