Κώστας Αλατζάς
Το «πράσινο φως» για την αγορά της 4ης γαλλικής φρεγάτας «FDI ΗΝ» αναμένεται να δώσει σήμερα το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας και Αμυνας, που συνεδριάζει υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στις 11 το πρωί στο μέγαρο Μαξίμου. Στην ατζέντα της συνεδρίασης του ΚΥΣΕΑ, όπως πληροφορείται η «Εφ.Συν.», περιλαμβάνονται επίσης η έγκριση της νέας δομής δυνάμεων του στρατεύματος αλλά και εξοπλιστικά προγράμματα που αφορούν τη συντήρηση και την υποστήριξη των αμυντικών συστημάτων των ενόπλων δυνάμεων, από τα οποία ξεχωρίζει η τεχνική υποστήριξη των γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών Rafale που έχει προμηθευτεί η Πολεμική Αεροπορία. H αρχική σύμβαση υποστήριξης (Follow On Support) των γαλλικών αεροσκαφών λήγει στα τέλη του χρόνου, οπότε απαιτείται η υπογραφή νέας σύμβασης.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Εφ.Συν.», ο υπουργός Εθνικής Αμυνας, Νίκος Δένδιας, θα ενημερώσει τα μέλη του ΚΥΣΕΑ για τις νομικές διαστάσεις της απόκτησης της 4ης γαλλικής φρεγάτας «FDI ΗΝ», καθώς η αρχική σύμβαση για την αγορά των τριών πρώτων γαλλικών πλοίων, το 2021, είχε κυρωθεί με νόμο στη Βουλή τον Φεβρουάριο του 2022 (Ν.4891/2022).
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για την προμήθεια της επιπλέον γαλλικής φρεγάτας απαιτείται τροποποίηση του νόμου ή σύνταξη νέου νόμου ο οποίος θα πρέπει να εγκριθεί από την Ολομέλεια της Βουλής. Εκείνο όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία στην προωθούμενη αγορά της 4ης Belharra είναι το κόστος της, το οποίο θα είναι μεγαλύτερο κατά 90 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με το κόστος που προέβλεπε για την κάθε μία από τις τρεις πρώτες φρεγάτες η αρχική σύμβαση. Η απόκτηση της 4ης «FDI ΗΝ» υπολογίζεται στα 809 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς τον οπλισμό της, ενώ το κόστος της καθεμιάς από τις τρεις πρώτες φρεγάτες είχε ανέλθει στα 719.600.000 ευρώ.
Η διαφορά στην τιμή προέκυψε διότι η ελληνική πλευρά δεν φρόντισε να ασκήσει έγκαιρα το δικαίωμα προαίρεσης (option) που προέβλεπε η σύμβαση 16Β/21 για την προμήθεια των τριών πρώτων γαλλικών πλοίων. Σύμφωνα με το άρθρο 43 του Ν.4891/2022, το υπουργείο Εθνικής Αμυνας θα έπρεπε μέχρι τις 30 Ιουνίου του 2023 να ασκήσει ή να ορίσει νέο χρονικό ορόσημο ώστε να ισχύουν οι όροι και οι προϋποθέσεις της αγοράς των τριών πρώτων πλοίων, αλλά δεν το έπραξε.