Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για την μεγάλη αλλαγή στο μοντέλο παιχνιδιού της ΑΕΚ που φέρνει η πρόσληψη του Μάρκο Νίκολιτς και εξηγεί για ποιο λόγο θα χρειαστεί να αποκτηθούν ποδοσφαιριστές συμβατοί με την αγωνιστική ταυτότητα που θα βάλει στην ΑΕΚ.
Στον τελικό του κυπέλλου στη Ρωσία, απέναντι στην – 8η στο πρωτάθλημα – Ροστόφ, της οποίας το market value, με όρους transfermarkt, είναι το μισό από το δικό της, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας έφτασε κοντά στον μέσο όρο των τελικών προσπαθειών της. Στον τελικό είχε 10, όταν στη σεζόν είχε 12. Μόνο που σε αυτό το παιχνίδι οι εκτελέσεις ήταν κακές (2 στις 10 βρήκαν εστία), με συνέπεια να μην αξιοποιήσει τις ευκαιρίες (xGoals 1.16) και να μείνει στο 0. Κράτησε όμως και την αντίπαλό της στο 0, επιτρέποντάς της να κάνει όλες κι όλες 3 τελικές προσπάθειες πολύ χαμηλής αξίας (xG 0.06) χωρίς να βρει εστία.
Τις δικές της 10 τελικές προσπάθειες η ΤΣΣΚΑ τις βρήκε μέσα από στατικές φάσεις (6), τρεις οργανωμένες επιθέσεις και μια αντεπίθεση. Υποτονική επιθετική δραστηριότητα για μια ομάδα που είχε κατά 60% την κατοχή της μπάλας. Σιγουριά για την διατήρηση του ελέγχου του παιχνδιού και την ελαχιστοποίηση του κινδύνου για την εστία της ΤΣΣΚΑ, θα μας απαντούσε ο Μάρκο Νίκολιτς. Αυτή ήταν η αγωνιστική ταυτότητα της δικής του ΤΣΣΚΑ. Μια ομάδα που έπαιζε για να νικήσει και όχι για να βάλει όσο γίνεται περισσότερα γκολ.
Επιχειρώντας κανείς μια σύγκριση των δεδομένων απόδοσης της ΤΣΣΚΑ των 86,5 εκατ. € εμπορικής αξίας, σύμφωνα με το Transfermarkt, στο φετινό ρωσικό πρωτάθλημα με αυτά της ΑΕΚ των 57,8 εκατ. € στο ελληνικό πρωτάθλημα με τον Ματίας Αλμέιδα, δεν βλέπει μεγάλες διαφορές στους όγκους και την ποιότητα. Πετύχαιναν περίπου ίδια γκολ ανά ματς, με την ΤΣΣΚΑ να δέχεται λιγότερα (0.7) από την ΑΕΚ (0.88) ανά ματς.
Η ΑΕΚ έκανε περίπου 3 σουτ παραπάνω ανά ματς και έφτιαχνε ελαφρώς υψηλότερης ποιότητας ευκαιρίες. Στην ΑΕΚ έβρισκες καλύτερα στοιχεία στην επίθεση, δηλαδή περισσότερο και πιο ποιοτικό παιχνίδι στο επιθετικό τρίτο, και στην ΤΣΣΚΑ έβρισκες καλύτερες αμυντικές επιδόσεις, λιγότερες χαμένες κατοχές στο δικό της μισό του γηπέδου και – κυρίως αυτό – μια μεγάλη διαφορά, τάξης μεγέθους 44%, στην πίεση που έβαζε στον αντίπαλο κάτοχο της μπάλας.
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μια αίσθηση ότι οι ομάδες που φτιάχνει ο Μάρκο Νίκολιτς παίζουν περισσότερο για τη σιγουριά του αποτελέσματος και λιγότερο για την παρουσίαση επιθετικού θεάματος. Εκεί κρύβεται και η εξήγηση για την αρχική δοκιμασία που περνά όταν αναλαμβάνει μια ομάδα ο Σέρβος προπονητής. Στη Μόσχα χρειάστηκε περίπου 3 μήνες για να αρχίσει να ωριμάζει την ομάδα του, και επειδή στα μισά αποφάσισε να αλλάξει σχηματισμό, του πήρε και περισσότερο χρόνο μέχρι να μπει στην φάση που η ΤΣΣΚΑ είχε ολοκληρωμένη την αγωνιστική του ταυτότητα. Και επειδή η ομάδα του δεν ήταν θεαματική, ο Νίκολιτς δεχόταν αρχικά αμφισβήτηση.
Στην ΑΕΚ η μετάβαση από το μοντέλο παιχνιδιού του Ματίας Αλμέιδα σε αυτό του Μάρκο Νίκολιτς χρειάζεται σημαντικό διάστημα χρόνου επειδή η αλλαγή είναι μεγάλη. Η ΑΕΚ φεύγει από την man to man άμυνα και πηγαίνει σε ζώνη, φεύγει από την πίεση ψηλά στο τερέν και πηγαίνει στο μεσαίο ή και το χαμηλό αμυντικό μπλοκ – δηλαδή ξεκινά να πιέζει τον αντίπαλο όταν αυτός φτάνει πιο κοντά προς την εστία της. Φεύγει από το άμεσο παιχνίδι σε υψηλή ένταση και τις επιθέσεις υψηλού ρίσκου και πηγαίνει σε πιο συντηρητική ανάπτυξη.
Φεύγει από τις εναλλαγές θέσεων ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές και πηγαίνει σε πιο κλασική τοποθέτηση των παικτών χωρίς rotation στις θέσεις τους. Φεύγει από την ορμή και πηγαίνει στην υπομονή. Φεύγει από τις πολλές τελικές και το κυνήγι της δεύτερης μπάλας και πηγαίνει στις λιγότερες τελικές από πιο ποιοτικές θέσεις. Ακριβώς επειδή ο Νίκολιτς παίζει με μικρότερο ρίσκο, το ποδόσφαιρο των ομάδων του είναι λιγότερο θεαματικό, και με λιγότερο χρόνο με την μπάλα (η ΑΕΚ έκλεισε τη σεζόν στο πρωτάθλημα με 63%, η ΤΣΣΚΑ με 52%).
Η ΑΕΚ έκανε κατά μέσο όρο 37 οργανωμένες επιθέσεις ανά ματς και η ΤΣΣΚΑ 28. Άρα στην πρώτη ματιά, χωρίς υπομονή, το ποδόσφαιρο του Νίκολιτς μοιάζει φτωχότερο σε θέαμα. Κι αυτό συνήθως δεν βοηθά έναν προπονητή να κερδίζει τις πρώτες εντυπώσεις. Γι’ αυτό και είναι σημαντικές οι πιθανότητες να δυσκολευτεί στην αρχή ένα μέρος του κοινού να θαυμάσει το ποδόσφαιρό του.
Πώς θα αυξηθούν οι πιθανότητες να μειωθεί ο χρόνος της μετάβασης από το ένα μοντέλο στο άλλο; Πρώτα από όλα ο Νίκολιτς θα χρειαστεί προσαρμογές στο ρόστερ – δηλαδή να πάρει παίκτες που εφαρμόζουν τις ιδέες του και τα χαρακτηριστικά τους είναι συμβατά με το μοντέλο παιχνιδιού του.
Και δεύτερον, έχει ανάγκη από θετικά αποτελέσματα στα ευρωπαϊκά προκριματικά, αφενός για να πιστέψει το γκρουπ στις ιδέες του και το νέο μοντέλο παιχνιδιού και αφετέρου για να κερδίσει τον κόσμο και να δημιουργήσει θετική νοοτροπία στην κερκίδα. Αν ξεκινήσει με μέτριες εμφανίσεις και ανεπιτυχή αποτελέσματα η πίεση μπορεί να οδηγήσει τον προπονητή σε ημίμετρα, και αυτό θα χαμηλώσει τις πιθανότητες να καταφέρει να ωριμάσει μια ομάδα που θα αποδίδει καλά παίζοντας με τις ιδέες του.
Όπως έχω σημειώσει ξανά, μια ομάδα χρειάζεται τουλάχιστον 6 εβδομάδες δουλειάς για να μάθει τις βασικές αρχές του νέου προπονητή και να περάσει την πρώτη φάση προσαρμογής. Η ΑΕΚ δεν θα έχει καν συμπληρώσει αυτόν τον χρόνο δουλειάς με τον Νίκολιτς στην στιγμή που θα μπει στα προκριματικά του Conference League. Ότι θα βλέπουμε από τον Ιούλιο μέχρι περίπου τον Οκτώβριο θα είναι μια σταδιακή εφαρμογή των ιδεών του νέου προπονητή, με σκαμπανεβάσματα στην απόδοση. Τότε είναι που θα αρχίσει να μπαίνει η ΑΕΚ στη φάση που θα παίζει με ωριμότητα με τον τρόπο του νέου προπονητή της – στον δρόμο προς τα Χριστούγεννα.
Εύκολα λοιπόν μπορεί να πει κανείς ότι ένα μέρος των πιθανοτήτων του Νίκολιτς να “πιάσει” στην ΑΕΚ ακουμπά πάνω στην τύχη – δηλαδή στο αποτέλεσμα των κληρώσεων και στις πρώτες ευρωπαϊκές βραδιές. Το άλλο μέρος όμως δεν είναι τύχη. Είναι η στήριξη που εκείνος χρειάζεται στις μεταγραφές προκειμένου να μετασχηματίσει το ρόστερ και να το γεμίσει με ατομικά στοιχεία που θα τον βοηθήσουν να συνθέσει μια ομάδα από της οποίας την απόδοση θα αναδύονται τα ομαδικά στοιχεία της αγωνιστικής ταυτότητάς του.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΑΜΠΡΑΚΟΣ