Ποια ήταν η Μιχαλού που πολλοί της... χρωστούν ακόμη!

Η φράση «χρωστάει της Μιχαλούς» σημαίνει ότι κάποιος δεν είναι στα καλά του, ότι είναι τρελός χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινότητα και στις μέρες μας. Πρόκειται για μια φράση, η προέλευση της οποίας έχει βασανίσει, όχι λίγο, τους μελετητές.

 

Σύμφωνα με μια εκδοχή που κυκλοφορεί και στο Διαδίκτυο αλλά πηγάζει από το βιβλίο «Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις» του Τάκη Νατσούλη, στα χρόνια του Όθωνα, βρισκόταν σε κάποιο σοκάκι του Ναυπλίου η ταβέρνα της Μιχαλούς. Η Μιχαλού ήταν, λέει ο συγγραφέας, παραδόπιστη και εκμεταλλεύτρια· είχε μια περιορισμένη πελατεία στην οποία έκανε πίστωση για ένα ορισμένο διάστημα, όμως αλίμονο σε όποιον δεν ήταν συνεπής.

 

 

Μετά την παρέλευση της προθεσμίας όμως, η Μιχαλού εξεφτέλιζε κυριολεκτικά, τους άτυχους οφειλέτες της. Ανάμεσα στους οφειλέτες, κάποια περίοδο, ήταν και κάποιος ευσυνείδητος άνθρωπος, ο οποίος αδυνατώντας να βρει χρήματα να εξοφλήσει τη Μιχαλού, γύριζε μέρα και νύχτα στους δρόμους παραμιλώντας, από τη στενοχώρια του, δίνοντας την εντύπωση παρανοϊκού ανθρώπου. Έτσι, κάθε φορά που κάποιος ρωτούσε τους περαστικούς «τι έχει αυτός ο άνθρωπος και παραμιλάει», οι άλλοι απαντούσαν «Χρωστάει της Μιχαλούς» (Νατσούλης, σελ. 99-100).

 

Η εκδοχή αυτή έχει βρει απήχηση, έχει θεωρηθεί έγκυρη και έχει αναδημοσιευτεί σε πολλά έντυπα. Αλλά είναι εντελώς αστήριχτη, αφού αποδείξεις δεν υπάρχουν, παρά μόνο φήμες…

 

Από την άλλη πλευρά όμως, στην πολύ σημαντική για την εποχή του και για τα ελληνικά δεδομένα εργασία του «Φρασεολογικά», ο Άνθιμος Παπαδόπουλος, που γράφει τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, αφού αναφέρει ότι ο Γ. Χατζιδάκις είχε κατατάξει τη φράση στις «αγνώστου αρχής» φράσεις και μνημονεύει περίπου την ίδια εκδοχή με τον Νατσούλη, με τη διαφορά ότι τοποθετεί τη Μιχαλού στα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση, άρα γύρω στο 1830. Κατά τα άλλα, και στην εκδοχή αυτή, η Μιχαλού παρουσιάζεται να καταδιώκει τόσο επίμονα και ανελέητα τους οφειλέτες της, που θα έπρεπε να είναι κανείς τρελός για να χρωστάει της Μιχαλούς. Η εργασία του Παπαδόπουλου ήταν πολύ σημαντική, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν πλήρης ή αλάνθαστη. Άλλωστε έχουν περάσει κάμποσες δεκαετίες από τότε που την έγραψε. Το εντυπωσιακό όμως, είναι ότι και το λεξικό Μπαμπινιώτη  παραθέτει την εκδοχή της ταβερνιάρισσας Μιχαλούς για να εξηγήσει τη φράση, χωρίς καν να διατηρεί επιφυλάξεις: «η φράση οφείλεται σε φερώνυμη ξενοδόχο του Ναυπλίου το 1830, που ήταν ιδιαίτερα απαιτητική για την εξόφληση λογαριασμών και χρεών», όπως σημειώνει.

 

Λαογραφικά πάντως, η έκφραση «χρωστάω της Μιχαλούς» ήταν παροιμιακή στη Χίο, κατά την “μετά-Κοραϊκή” περίοδο. Πότε; Τότε που γράφτηκαν τα Κορακιστικά, προφανώς. Και πότε γράφτηκαν; Νωρίτερα από το 1812 μάλλον, αφού από τότε κυκλοφορούσαν χειρόγραφα στους κύκλους των λογίων της Πόλης –και τυπώθηκαν γύρω στο 1814.

 

Άρα, ακόμα κι αν υπήρχε Μιχαλού ταβερνιάρισσα στο μετεπαναστατικό Ανάπλι, πιθανώς αμφίβολο, σαφώς δεν είναι αυτή που έγινε αιτία να γεννηθεί η φράση «χρωστάει της Μιχαλούς», αφού η φράση εμφανίζεται σε κείμενο του 1812 και πολύ μακριά από την Πελοπόννησο.

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η φράση υπάρχει και στο ανέκδοτο τμήμα των Παροιμιών του Ν. Πολίτη που τα χειρόγραφά του μένουν να σκονίζονται σε κάποιο υπόγειο προς δόξαν του ελληνικού κράτους που δεν βρίσκει να διαθέσει σ’ αυτό το εθνικής σημασίας έργο ούτε ένα μικρό κλάσμα των όσων άρπαξε με μια μονοκονδυλιά ένας από τους αεριτζήδες των δομημένων ομολόγων. Τα χειρόγραφα του Ν. Πολίτη, τα είχε δει ο Χουρμουζιάδης, ένας λόγιος των αρχών του αιώνα, που είχε δημοσιεύσει σε ένα παλιό τεύχος του περιοδικού «Λαογραφία» μια συλλογή παροιμιών της Ανατολικής Θράκης, και εκεί γράφει ότι η θρακιώτικη μορφή της παροιμίας υπάρχει και στο ανέκδοτο τμήμα του Ν. Πολίτη. Όμως, ο Χουρμουζιάδης καταγράφει τη φράση κάπως διαφορετικά: Χρωστάει τον Μιχάλη. Η αιτιατική όμως εδώ μάλλον πρέπει να νοηθεί ως μωραΐτικη γενική: χρωστάει του Μιχάλη, όπως άλλωστε υπάρχει “ζωντανή” ως σύνταξη στη Μακεδονία, μέχρι και σήμερα...

 

Και στη δική του συλλογή ο Άνθιμος Παπαδόπουλος καταγράφει κι άλλες ιδιωματικές παραλλαγές: χρωστάει του Μιχάλη (Ήπειρος-Θεσσαλία), χρωστάει τον Μουχάλη (Πόντος), στη δε Συληβρία Μιχάλης λέγεται ο ελαφρόμυαλος. Ο Παπαδόπουλος υποθέτει ότι, όταν ξεχάστηκε η ιστορική αρχή της φράσης δεν είναι περίεργο που τη θέση της Μιχαλούς πήρε ο Μιχάλης, ίσως όμως και να έγινε το αντίστροφο. Όταν δηλαδή διαδόθηκε η φράση σε περιοχές που ο Μιχάλης ή η Μιχαλού δεν σήμαινε τίποτα το ξεχωριστό, τότε εφευρέθηκε εκ των υστέρων η “ιστορική” εξήγηση. Γιατί ειπώθηκε Μιχάλης ο ελαφρόμυαλος, είναι άγνωστο. Ίσως να πρόκειται για επιρροή από ξένη γλώσσα ή να βρίσκεται η αρχή σε κάποιο πλαστό παρηχητικό όνομα, που έδωσε και Μιχαλού και Μιχάλη (όπως έλεγαν είναι από την Πάρο για κάποιον που όλο έπαιρνε). Πάντως, αν Μιχάλης λέγεται ο αγαθούλης, τότε όποιος χρωστάει στον Μιχάλη ή στη Μιχαλού είναι δυο φορές ελαφρόμυαλος και είναι πιθανό εδώ να βρίσκεται η αρχή της φράσης. Αν πάλι θεωρηθεί ορθό ότι η αιτιατική «χρωστάει τον Μιχάλη» έχει άμεσο αντικείμενο, και αφού Μιχάλης = τρελός, τότε κάποιος που χρωστάει τον Μιχάλη, χρωστάει τόσα, όσα λείπουν του Μιχάλη για να γίνει γνωστικός. Με άλλα λόγια, είναι κι αυτός το ίδιο “ελαφρύς” με τον Μιχάλη. Όμως αυτά είναι απλές εικασίες.

 

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι κυκλοφορεί ευρέως και μια παραλλαγή της παραπάνω ιστορίας, που “θέλει” τη Μιχαλού να μην είναι ταβερνιάρισσα στο Ναύπλιο, αλλά γόνος πλούσιας οικογένειας στην Πάτρα! Κι επειδή, ισχυρίζεται αυτή η παραλλαγή, η Πάτρα ήταν “μικρή” για τις φιλοδοξίες της Μιχαλούς, εκείνη πούλησε ό,τι είχε και δεν είχε στην Πάτρα και μετακόμισε στην Αθήνα  για να ζήσει τη “μεγάλη ζωή”. Αγόρασε δικό της “λαντώ” (ένα αμάξι της εποχής), ντυνόταν με την τελευταία λέξη της μόδας και έδινε 2 φορές την εβδομάδα πάρτι στο σπίτι της. Για να μπορέσει όμως, να καλύπτει τα έξοδά της βρήκε “πελάτες” και τους δάνειζε χρήματα. Φούσκωνε φυσικά, τους τόκους και τα επιτόκια. Τα θύματα της λοιπόν, ήταν “αιωνίως χρεωμένα” στην Μιχαλού.

 

Όμως κατά κανόνα όλοι αυτοί που βρίσκονταν μπερδεμένοι στα κατάστιχα της τετραπέρατης Πατρινιάς ήταν είτε απεγνωσμένοι είτε στα όρια της παράνοιας.

 

Διότι, σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, η Μιχαλού δάνειζε μόνο σε αφελείς, αρκεί να είχαν κάποια περιουσία. Για αυτό και σήμερα κάθε ελαφρόμυαλος “χρωστάει της Μιχαλούς”.