Στην καρδιά των Μελισσίων, μιας περιοχής που γειτνιάζει με το Πεντελικό όρος και παραδοσιακά χαρακτηρίζεται από ήπια δόμηση, ξεδιπλώνεται μια υπόθεση που αναδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο εργολάβοι και κατασκευαστές αξιοποιούν νομικά «παράθυρα» για να παρακάμπτουν ακόμη και αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) με τις ευλογίες της κυβέρνησης.
Το επίμαχο ζήτημα αφορά την ανέγερση πολυκατοικιών εκτός κλίμακας, με πρόσχημα τα μπόνους ύψους για «πράσινα» κτίρια που προβλέπει ο Νέος Οικοδομικός Κανονισμός (ΝΟΚ). Ο υποτιθέμενος φιλικός στην οικολογία νόμος δίνει άδεια να εμφανιστούν 10όροφες πολυκατοικίες εκεί που επιτρέπονται μόνο 3όροφα.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ, με την απόφαση 146/2024, έκρινε αντισυνταγματικές τις σχετικές διατάξεις, επιχειρώντας να βάλει φρένο στην πρακτική. Ωστόσο, με πρόσφατη ρύθμιση, το υπουργείο Περιβάλλοντος όχι μόνο υπερασπίστηκε τις κατασκευαστικές εταιρείες αλλά έφτασε να προβλέψει τρόπους παράκαμψης δικαστικών αποφάσεων που ακυρώνουν οικοδομικές άδειες. Έτσι, άνοιξε ο δρόμος για νέες αντιπαραθέσεις με τοπικές κοινωνίες και αυτοδιοικητικούς φορείς, όπως αναδεικνύει το ρεπορτάζ του Κώστα Ζαφειρόπουλου στην ΕΦΣΥΝ.
Η υπόθεση της οδού Σαρανταπόρου
Στα Μελίσσια, το Προεδρικό Διάταγμα του 1978 προβλέπει μέγιστο ύψος κτιρίων τα 11 μέτρα και έως τρεις ορόφους, με στόχο τη διατήρηση του φυσικού τοπίου και τη διασφάλιση αερισμού και θέας προς το Πεντελικό. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και στα Άνω Πετράλωνα, νόμος χάρη στον οποίο αποτελεί ανάσα η περιοχή.
Παρά ταύτα, τον Φεβρουάριο του 2024 εγκρίθηκε άδεια για πενταώροφη οικοδομή με πιλοτή και στέγη, η οποία, σύμφωνα με την άδεια, θα φτάσει τα επτά επίπεδα και ύψος 21 μέτρων.
Η έκπληξη των κατοίκων έγινε μεγαλύτερη όταν διαπίστωσαν ότι οι εργασίες εκκίνησαν μόλις τον Μάιο του 2025, ενώ η άδεια αναρτήθηκε στο εργοτάξιο τον Ιούνιο. Αυτό εγείρει υποψίες για το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει το ΣτΕ, το οποίο ορίζει ότι μόνο άδειες με αποδεδειγμένη έναρξη εργασιών έως τις 11 Δεκεμβρίου 2024 εξαιρούνται από τις συνέπειες της αντισυνταγματικότητας.
Οι γείτονες κινήθηκαν άμεσα: κατήγγειλαν την οικοδομή στην Αστυνομία και στην Πολεοδομία Αγίας Παρασκευής, ζητώντας πράξη διακοπής εργασιών. Όμως, για δύο μήνες η ΥΔΟΜ δεν απάντησε και δεν έκανε αυτοψία. Το γεγονός ότι η ανέγερση συνεχίζεται κανονικά προκάλεσε την αγανάκτηση 14 κατοίκων, οι οποίοι κατέθεσαν αίτηση αναστολής στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, υποστηρίζοντας ότι το έργο θα αλλοιώσει τη φυσιογνωμία της περιοχής και θα υποβαθμίσει την ποιότητα ζωής τους. Στο πλευρό τους στάθηκε και η δήμαρχος Πεντέλης, Νατάσσα Κοσμοπούλου. Η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς ενδέχεται να κρίνει το μέλλον των επιτρεπόμενων υψών σε όλη την Πεντέλη.
Ένα πρόβλημα που ξεπερνά τα Μελίσσια
Η υπόθεση δεν είναι μεμονωμένη. Από το 2019, οι συνδυαστικές ρυθμίσεις του ΝΟΚ επέτρεψαν την κατακόρυφη αύξηση ύψους σε πολλές περιοχές, ειδικά σε ζώνες υψηλής αξίας γης όπως Γλυφάδα, Βάρη-Βούλα-Βουλιαγμένη, Κηφισιά και Παπάγου-Χολαργός. Η πρακτική αυτή συνάντησε αντιδράσεις δημάρχων και κατοίκων, οι οποίες οδήγησαν τελικά στις αποφάσεις του ΣτΕ.
Η τροπολογία που υποσχόταν αυστηρότερους ελέγχους από ανεξάρτητους μηχανικούς σε τέσσερα στάδια (θεμελίωση, σκελετός, ολοκλήρωση, έλεγχος κάθε 5 χρόνια) αποδεικνύεται ανεφάρμοστη στην πράξη, όπως δείχνει το παράδειγμα των Μελισσίων.
Η ομότιμη καθηγήτρια του ΕΜΠ, Ελένη Μαΐστρου, τονίζει ότι η αύξηση ύψους χωρίς συνολικό πολεοδομικό σχεδιασμό είναι λανθασμένη. Υποστηρίζει ότι θα έπρεπε να επιδοτείται η ενεργειακή αναβάθμιση παλαιών κτιρίων αντί να κατεδαφίζονται για να ανεγερθούν νέα, «πράσινα» μόνο κατ’ όνομα.
Η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, μετά την απόφαση του ΣτΕ, επεσήμανε πως η πολιτική αυτή οδηγεί στην κατεδάφιση κτιρίων που θα μπορούσαν να κηρυχθούν διατηρητέα και στην κοπή εκατοντάδων δέντρων, επιβαρύνοντας το μικροκλίμα και την ποιότητα αέρα.
Η υπόθεση στα Μελίσσια λειτουργεί ως μικρογραφία μιας ευρύτερης αστικής μάχης. Από τη μία, τα επιχειρηματικά συμφέροντα και η κρατική ανοχή· από την άλλη, οι τοπικές κοινωνίες που διεκδικούν το δικαίωμα σε ανθρώπινο περιβάλλον. Το αποτέλεσμα της δικαστικής διαμάχης δεν θα κρίνει μόνο την τύχη μιας πολυκατοικίας αλλά και το αν η πόλη θα ακολουθήσει πορεία ανεξέλεγκτης τσιμεντοποίησης ή θα προστατεύσει τον χαρακτήρα της.