ΔΕΘ και μεταρρυθμίσεις στη φαρέτρα του Μαξίμου για δημοσκοπική ανάκαμψη- Ο γρίφος του εκλογικού νόμου

Απόστολος Χονδρόπουλος

 

Έχοντας ξεπεράσει πλέον το μισό της δεύτερης κυβερνητικής θητείας της ΝΔ, το Μέγαρο Μαξίμου βρίσκεται μπροστά σε ένα πολιτικά κρίσιμο φθινόπωρο στην διάρκεια του οποίου θα επιχειρήσει να ανακτήσει δυναμική αυτοδυναμίας ενόψει των εκλογών του 2027. Η επερχόμενη ΔΕΘ αποτελεί αφετηρία ενός πολιτικού σχεδιασμού που ως πρώτο στόχο έχει την όσο το δυνατόν ταχύτερη δημοσκοπική ανάκαμψη του κυβερνώντος κόμματος και την επάνοδό του σε επίπεδα άνω του 30%, καθώς πριν τις διακοπές του Αυγούστου εμφανιζόταν, στον απόηχο του σκανδάλου ΟΠΕΚΕΠΕ, να υποχωρεί εκ νέου σε ποσοστά ευρωεκλογών (28%).

 

Το ζήτημα αυτό που προκαλεί αδιαμφισβήτητη πολιτική πίεση στην κυβέρνηση, αναμένεται μάλιστα να επανέλθει το προσεχές διάστημα στο πολιτικό προσκήνιο, με την έναρξη των εργασιών της εξεταστικής επιτροπής 

 

Πέραν του πακέτου έως 2 δις ευρώ που αναμένεται να εξαγγελθεί από τον πρωθυπουργό στην ΔΕΘ με βασική στόχευση στην ενίσχυση της μεσαίας τάξης και στην αντιμετώπιση του στεγαστικού με αύξηση προσφοράς κατοικιών, η επίτευξη αυτού του στόχου θα επιδιωχθεί μέσα και από την ταχύτητα και την συνέπεια στην υλοποίηση της μεταρρυθμιστικής ατζέντας της κυβέρνησης, όπως αυτή προσδιορίστηκε στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο πριν τον Αύγουστο και περιλαμβάνει 25 μεταρρυθμίσεις ως το τέλος του 2025.

 

Μεταξύ αυτών και την έναρξη λειτουργίας μη κρατικών πανεπιστημίων που αποτέλεσε πεδίο αντιπαράθεσης με την αξιωματική αντιπολίτευση και μέσα στο καλοκαίρι, στη βάση πληροφοριών που υπήρξαν για την αξιολόγηση από την Εθνική Αρχή σχετικά με τα πανεπιστήμια που πληρούν τα κριτήρια για να λειτουργήσουν από τη νέα ακαδημαϊκή χρονιά.

 

Στην φαρέτρα της κυβέρνησης βρίσκεται και η πλήρης αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, ζήτημα για το οποίο ο κ. Μητσοτάκης έχει επίσης εφιστήσει την προσοχή στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο ζητώντας να μην χαθεί ούτε ένα ευρώ από τους πόρους που έχει εξασφαλίσει η χώρα μας. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός αναμένεται άλλωστε να συνεχίσει να αναδεικνύει μέσα από το πρόγραμμα περιοδειών του το επόμενο διάστημα,  έργα που πραγματοποιούνται με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και έχουν σαφές αποτύπωμα στην καθημερινότητα του πολίτη.

 

Μέσα στο προσεχές διάστημα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα κληθεί όμως να λάβει οριστική απόφαση σε σχέση και με τον εκλογικό νόμο, καθώς ο συνεχιζόμενος κατακερματισμός στο πολιτικό σκηνικό και η δυσκολία- σύμφωνα με τα δημοσκοπικά δεδομένα- εξασφάλισης αυτοδυναμίας, έχουν επαναφέρει στο προσκήνιο σενάρια- και εισηγήσεις προς τον κ. Μητσοτάκη- για αλλαγές ώστε να διευκολυνθεί η επίτευξη αυτοδυναμίας από το πρώτο κόμμα. 

 

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει διαψεύσει βέβαια αρκετές φορές σενάρια αλλαγής του εκλογικού νόμου, με πιο πρόσφατη την τηλεοπτική συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στα τέλη Ιουλίου στον Σκάι όπου τόνισε πως οι εκλογές του 2027 θα γίνουν με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο και σε ότι αφορά το όριο εισόδου  στην Βουλή 3%.

 

Ο ίδιος πάντως δεν έχει κρύψει τόσο την σημασία που αποδίδει στην πολιτική σταθερότητα, η οποία σύμφωνα με την προσέγγιση της ΝΔ ταυτίζεται με τις κυβερνήσεις αυτοδυναμίας, όσο και τον προβληματισμό του κυρίως  για το κλίμα τοξικότητας στο πολιτικό σκηνικό.

 

Η αναφορά του στην ίδια συνέντευξη  ήταν  είναι πολύ χαρακτηριστική, καθώς σχολίασε ότι αυτή την εικόνα στο Κοινοβούλιο δεν την έχει ξαναδεί, προσθέτοντας: “Όχι μόνο ως προς τον αριθμό των κομμάτων, αυτό κατ’ ανάγκην δεν είναι πρόβλημα, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει ένας διαγωνισμός από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου και του ΠΑΣΟΚ, για το ποιος θα χρησιμοποιήσει πιο τοξική φρασεολογία. Και αυτός ο ανταγωνισμός γίνεται ολοένα και χειρότερος”.

 

Συνεργάτες του πρωθυπουργού επισημαίνουν βέβαια σε κάθε ευκαιρία ότι κ. Μητσοτάκης λειτουργεί θεσμικά, κάτι που θα αμφισβητηθεί από την αντιπολίτευση εάν λάβει πρωτοβουλία για αλλαγές στον εκλογικό νόμο σε μη ουδέτερο πολιτικό χρόνο, ενώ θα εκληφθεί και ως παραδοχή αδυναμίας επίτευξης υψηλών εκλογικών ποσοστών από την ΝΔ.

 

Οι προσεγγίσεις πάντως που υφίστανται στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος αποτυπώνονται και σε δημόσιες τοποθετήσεις όπως του βουλευτή της ΝΔ Στέλιου Πέτσα που εξέφρασε την άποψη (9.84) πως είναι αρκετά χαμηλό το όριο 3% και ότι ένα όριο έως 5% θα μπορούσε να είναι αποδεκτό και ο ίδιος θα έβλεπε θετικά μια ενδεχόμενη αλλαγή δεδομένου του κατακερματισμού και της τοξικότητας που επικρατεί στον πολιτικό λόγο.

 

Πιθανότατα πάντως θα υπάρξει τοποθέτηση για τα σενάρια αυτά από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Παύλο Μαρινάκη, ενώ σε κάθε περίπτωση αναμένεται πως και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης θα ξεκαθαρίσει πλήρως τις προθέσεις του ως προς το εάν θεωρεί πως έχουν αλλάξει τα δεδομένα που τον έκαναν να απορρίπτει αλλαγές στον εκλογικό νόμο, στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη τύπου που θα παραχωρήσει στην ΔΕΘ.