«Ποτέ, μα ποτέ μια χώρα δεν ενισχύθηκε γεωπολιτικά όταν ξένες δυνάμεις ήρθαν να (συν)εκμεταλλευτούν τους ενεργειακούς της πόρους»
Διάβαζα σήμερα τα ξημερώματα με καφέ και τσιγάρο στα πρωτοσέλιδα του φιλοκυβερνητικού Τύπου πύρινους τίτλους, πατριωτικοχολιγουντιανών διαστάσεων, με κάτι γράμματα ΝΑ! τόσο μεγάλα σαν το κεφάλι μου, για να τα βλέπω χωρίς καμία πρεσβυωπική δικαιολογία.
Τίτλους γεμάτους αυτοπεποίθηση, από αυτούς που δεν επιδέχονται απολύτως καμιά αμφισβήτηση – καθώς… εις την αντίθετην περίπτωσην κατηγορείσαι δια κομμουνιστικήν παρέκκλισην και ανθελληνισμό.
«Ενεργειακό big bang Ελλάδας-ΗΠΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΖΕΤΑΙ Η ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΧΥΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ», έγραφε ο Ελεύθερος Τύπος, που δεν παρέλειπε να τονίσει, ότι σχεδόν επιτέλους, «Γκρεμίζονται τα fake news των “υπερπατριωτών” για την εξωτερική πολιτική».
Δεν σου κρύβω όμως τη μαύρη μου αλήθεια, πως βρήκα λίιιιγο πιο «διασκεδαστικό» τον τίτλο της Απογευματινής. «Ελληνικό φυσικό αέριο από το 2027», έγραφε.
Από του παραχρόνου δηλαδή (τότε που θα ‘χουμε κι εκλογές, γατάκια!). Και συνέχιζε η εφημερίδα, «Υπογραφές για το πρώτο τρυπάνι έπειτα από 40 χρόνια».
Και έγραφε ακόμη πως «η Αθήνα», όχι του Δούκα αλλά εκείνη του Μητσοτάκη, βρίσκεται πια «στο κέντρο των γεωπολιτικών εξελίξεων με πυρήνα την ενέργεια».
Και προανήγγειλε στον αναγνώστη πως στις μέσα σελίδες, στο ρεπορτάζ, υπάρχουν όλα όσα πρέπει να γνωρίζει κάποιος για το «τι σηματοδοτεί η είσοδος της ExxonMobil (κοινοπραξία με Energean και Hellenic Energy) στο Οικόπεδο 2 στο Ιόνιο – Επένδυση 5 έως 10 δισεκ.».
Πολλά τα λεφτά. Κι «όποιος πληρώνει κάτι περιμένει να πάρει πίσω», λένε στα χωριά μας. Δίκιο έχουν.
Καλός ο νεοαποικιακός, ενεργειακός σανός, δεν λέω, αλλά να διαβάζουμε και λίγο την Ιστορία: Από τη Βασόρα και το πετρέλαιο του Ιράκ το 1925, ως το Αιγαίο και το Ιόνιο του 2025, ένα πράγμα μένει σταθερό:
Ποτέ, μα ποτέ μια χώρα δεν ενισχύθηκε γεωπολιτικά όταν ξένες δυνάμεις ήρθαν να (συν)εκμεταλλευτούν τους ενεργειακούς της πόρους.
Τελεία, παύλα, παράγραφος.
Για να πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή ας ταξιδέψουμε κατά Μέση Ανατολή μεριά:
Η εκμετάλλευση των πετρελαίων του Ιράκ από ξένες δυνάμεις ξεκίνησε ουσιαστικά στις αρχές του 20ού αιώνα, λίγο πριν και αμέσως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το 1901 δόθηκε η πρώτη παραχώρηση έρευνας για πετρέλαιο στην περιοχή της Μεσοποταμίας (τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία) σε Βρετανούς και Γερμανούς επενδυτές.
Το 1912 ιδρύθηκε η Turkish Petroleum Company (TPC), με συμμετοχή της Anglo-Persian Oil Company (προκάτοχος της BP), της Royal Dutch Shell και της Deutsche Bank.
Στόχος; Όχι, δεν αγάπησαν τους ντόπιους, απλώς θέλησαν να εκμεταλλευτούν τα κοιτάσματα της Μεσοποταμίας – ανάμεσά τους και εκείνα της Βασόρας.
Το πραγματικό πάρτυ όμως, ξεκίνησε μετά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1918) και την κατάληψη του Ιράκ από τη Βρετανία, η τελευταία πήρε τον έλεγχο των πετρελαίων.
Το 1925, το νέο βασίλειο του Ιράκ (υπό βρετανική επιρροή) υπέγραψε συμφωνία με την TPC, που έγινε αργότερα Iraq Petroleum Company (IPC). Η παραγωγή ξεκίνησε το 1927, όταν βρέθηκε πετρέλαιο στο Κιρκούκ και από τη δεκαετία του 1930 τα βρετανικά συμφέροντα επεκτάθηκαν και στα κοιτάσματα της Βασόρας.
Κατά τα επόμενα χρόνια, οι ισχυροί σε όσους επέμεναν να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, έδειξαν ότι δεν… αστειεύονται. Μιλάμε για την περίοδο μετά το 1930.
Μέχρι τη δεκαετία του ’50, ολόκληρος ο πετρελαϊκός τομέας ελεγχόταν από την IPC (βρετανική, γαλλική, ολλανδική και αμερικανική κοινοπραξία), ενώ την περίοδο 1951–58 το Ιράκ άρχισε να διεκδικεί μεγαλύτερα ποσοστά εσόδων, αλλά με ελάχιστη επιτυχία. Τα χρόνια πέρασαν, αυτοί που ήταν να κερδίσουν αμύθητα ποσά από τον ιρακινό ενεργειακό πλούτο κέρδιζαν και δεν είχαν κανένα λόγο να σταματήσουν να το κάνουν.
Μέχρι που το ημερολόγιο έγραψε στο «κοντέρ» 1972. Τη χρονιά δηλαδή κατά την οποία το καθεστώς του Μπάαθ και του Σαντάμ Χουσεΐν εθνικοποίησε την Iraq Petroleum Company, βάζοντας τέλος στον έλεγχο των ξένων δυνάμεων.
Μετά την πτώση του Σαντάμ όμως (ο οποίος να μην ξεχνάμε πως στην αρχή ήταν «καλός», αλλά μετά έγινε «κακός» για την «καλή»… κυρία Δύση) το Ιράκ που θεώρησε πως ξεμπέρδεψε με τον εφιάλτη και πως οι μεγάλες δυνάμεις, οι απελευθερωτικές θα το αγαπήσουν, αποφάσισε να ανοίξει ξανά τα πετρελαϊκά του πεδία σε ξένες εταιρείες, δηλαδή στις BP, ExxonMobil, Shell, Total, Lukoil.
Η περιοχή της Βασόρας, όπου βρίσκονται κ τα μεγαλύτερα κοιτάσματα (Ρουμέιλα, Ματζνούν, Δυτικό Κούρνα), γίνεται πλέον ξανά το επίκεντρο ξένης παρουσίας και βέβαια πεδίο στρατιωτικής επιτήρησης.
Το Ιράκ παραμένει μεγάλος εξαγωγέας, αλλά ο έλεγχος κ τα κέρδη διαχέονται προς τα έξω, ενώ η χώρα παραμένει εξαρτημένη – από νέους πρωταγωνιστές και τις παραλλαγές τους.
Το Ιράκ όμως δεν είναι παρά μόνο ένα από τα παραδείγματα… (συν)εκμετάλλευσης παγκοσμίως. Άλλωστε ιστορικά πάντα οι ισχυροί αναζητούσαν/διεκδικούσαν περισσότερο «χώρο» και «πόρους».
Ποιο είναι το «άλλο παράδειγμα»;
Μα, το Ιράν! Ίσως το πλέον κλασσικό παράδειγμα, πιο κλασσικό κι από την 9η του Μπετόβεν, όχι όμως στο πεδίο της μουσικής αλλά σε εκείνο της ξένης εκμετάλλευσης ενεργειακών πόρων, της πιο χυδαίας εκδοχής πολιτικής χειραγώγησης, όπως όμως και της ανατροπής κάθε, μα κάθε προσπάθειας, εγχωρίως, για έλεγχο του εθνικού πλούτου.
Εκεί, λίγο μετά την ανατολή του 20ου αιώνα, για την ακρίβεια το 1901 την αρχή του «βάζω χέρι στα λεφτά σου» την κάνει ένας εγγλέζος τζέντλεμαν, ο επιχειρηματίας Γουίλιαμ Νοξ Ντ’ Αρσι που – μυστήρια «πράματα» – εξασφαλίζει από τον σάχη Μοζαφάρ αντ-Ντιν την αποκλειστική παραχώρηση για έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου σε ΟΛΟ το Ιράν για 60 χρόνια.
Πετυχημένο το ντιλάκι, αν σκεφτείς πως το 1908, ανακαλύπτεται πετρέλαιο στα νοτιοδυτικά, στο Μαστζίντ ε-Σουλεϊμάν και στα καπάκια δημιουργείται η Anglo-Persian Oil Company (APOC), πρόγονος της BP — με πλήρη βρετανικό, βρετανικότατο έλεγχο, για να σκάνε και οι άλλοι Ευρωπαίοι… εταίροι.
Τα χρόνια πέρασαν, και το 1914, η βρετανική κυβέρνηση αγοράζει το 51% της APOC, ώστε να διασφαλίσει τα καύσιμα του βρετανικού στόλου που τόσο τα ΄χε ανάγκη (και) λόγω του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Επαχθέστερη συμφωνία (συν)εκμετάλλευσης δεν είχε ξαναδεί ο πλανήτης. Για δεκαετίες, τα έσοδα για το Ιράν ήταν ελάχιστα, τα φράγκα πήγαιναν στη Βρετανία, ενώ οι συνθήκες για τους Ιρανούς εργάτες ειδικά στις εγκαταστάσεις του Αμπαντάν ήταν άθλιες.
Η δουλειά πήγε να χαλάσει το 1951, όταν ο τότε πρωθυπουργός Μοχαμάντ Μοσαντέκ είχε την φαεινή ιδέα – ΑΚΟΥΣΟΝ, ΑΚΟΥΣΟΝ – να εθνικοποιήσει την Anglo-Iranian Oil Company. Δηλαδή ΝΑ ΔΙΩΞΕΙ ΤΟΥΣ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ, που θα λέγανε και σήμερα.
Επειδή όμως η Βρετανία είναι παλιά πόρνη στα αποικιακά παιχνίδιαα και οι ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είδαν πως οι δυνάμεις τους, τους επιτρέπουν να παίζουν μπάλα κι εκτός συνόρων, απάντησαν στον Μοσαντέκ με οικονομικό αποκλεισμό και – βέβαια – με πραξικόπημα.
Δυο χρόνια μετά με την Eπιχείρηση Ajax, οι Τζεημσμπόντηδες της MI6 και της CIA, στέλνουν τον Μοσαντέκ από εκεί που ήρθε λοιπόν και το τιμόνι περνά στα χέρια του Σάχη Μοχαμάντ Ρεζά Παχλαβί που αλλάζει τον αδόξαστο στους αντιφρονούντες, αλλά δεν τον νοιάζει – τον αγαπά η Δύση.
Η βιομηχανία «επαναϊδιωτικοποιείται» υπό τη Consortium Agreement (το 1954 αυτό). Τα πάντα ελέγχονται από τις BP, Shell, Exxon, Gulf, Texaco, Standard Oil of California κ.α.
Τα κέρδη μοιράζονται 50–50 με το ιρανικό κράτος – που δεν είναι όμως ακριβώς 50-50, αλλά 70-30 καθώς οι εταιρείες που δεν ήταν κορόιδα, χρέωναν «υπερτιμολογημένα κόστη» (μεταφορικά, ασφάλειες κλπ) με τα έξοδα να τα πληρώνουν οι Ιρανοί. Εμ, ποιος; Το Μπάκιγχαμ;
Τα πράγματα οδήγησαν τελικώς στην Ισλαμική Επανάσταση του 1979 και σε μια νέα εθνικοποίηση από τον Αγιατολάχ Χομεϊνί – τότε δημιουργείται η National Iranian Oil Company (NIOC).
Ως εκ τούτου, οι δυτικές εταιρείες εκδιώκονται, αλλά ακολουθούν κυρώσεις, ο πόλεμος με το Ιράκ και η συστηματική, διαρκής διεθνής απομόνωση της χώρας, με το Ιράν να παραμένει μεν πλούσιο σε πετρέλαιο, αλλά αποκομμένο από την διεθνή κοινότητα και τους ισχυρούς τους, που ορίζουν στο Stratego με ολίγον από Monopoly, ποιος είναι ο «καλός» και ποιος ο «κακός» σε αυτά τα πράγματα.
Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε και σε άλλες περιπτώσεις, ειδικά σήμερα σε μια φάση κατά την οποία ο Ντόναλντ Τραμπ αρχίζει να δημιουργεί εντάσεις στη Λατινική Αμερική με πρόσχημα την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών – κάνοντας βέβαια τους ζάπλουτους φίλους του να γελάνε, να σπάνε «γραμμές» και πλάκα στα χλιδάτα πάρτυ τους με αυτά που λέει, γιατί κι αυτοί γνωρίζουν καλά πως «είναι το πετρέλαιο (ή το φυσικό αέριο) ηλίθιε». Τα κέρδη τους.
Καλές λοιπόν οι εξορύξεις, καλή και η (συν)εκμετάλλευση του ενεργειακού πλούτου μιας χώρας. Αρκεί να γνωρίζουμε και κυρίως να παραδεχόμαστε πως αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη θα έχει πάντοτε έντονα νεο-αποικιακά χαρακτηριστικά.
Και κάπου εκεί αρχίζει αυτό που ονομάζουμε «εξωτερική πολιτική». Τα υπόλοιπα είναι… υποκλίσεις.













