Το παιδί μου αρνείται συστηματικά να πάει στο σχολείο… Τι συμβαίνει με τη σχολική άρνηση;

Νίκος Γιαννόπουλος

 

Αν διαπιστώστε ότι το παιδί σας, ανεξάρτητα από την ηλικία του, αρνείται συστηματικά να πάει στο σχολείο, τότε είναι πολύ πιθανό να έχετε έρθει αντιμέτωποι με το σύνδρομο της σχολικής άρνησης. Το φαινόμενο, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, ορίζεται ως μια κατάσταση κατά την οποία το παιδί εμφανίζει παράλογο φόβο ή έντονη δυσαρέσκεια για το σχολικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα την άρνηση ή την απροθυμία να πάει σχολείο.

 

 

Η εμφάνιση του συνδρόμου, όπως γίνεται κατανοητό, προκαλεί άγχος, πολλές φορές και απόγνωση, στην οικογένεια καθώς οι λόγοι της άρνησης δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστούν με ακρίβεια. Το παιδί δεν μιλάει, η σχολική κοινότητα δεν αναφέρει ότι κάτι δεν πήγαινε ή δεν πηγαίνει καλά.

 

Το φαινόμενο αφορά παιδιά και της προσχολικής και της σχολικής ηλικίας. Υπάρχουν όμως χαρακτηριστικές ηλικίες εμφάνισης.

 

Αυτές, κατά βάση, είναι:

 

  • Στην ηλικία 5-6 ετών, συνήθως κατά την πρώτη είσοδο στο σχολείο, με εκδηλώσεις δισταγμού και άγχους που μπορεί να εξελιχθούν σε πανικό.
  • Στις ηλικίες 10-13 ετών, όπου η άρνηση γίνεται εντονότερη και συνδέεται με σχολική φοβία.
  • Επίσης, γύρω στα 15 χρόνια, όπου μπορεί να συνυπάρχουν με δυσκολίες στην απόδοση, ψυχικές παθήσεις ή αντικοινωνική συμπεριφορά.

 

Οι γονείς η γονιός θα διαπιστώσουν ότι το σύνδρομο αυτό, καθ’ αυτό συνοδεύεται με σωματικά συμπτώματα που προσομοιάζουν με αυτά του έντονου άγχους ή και των κρίσεων πανικού.

 

Τέτοια είναι οι κοιλιακοί πόνοι, οι πονοκέφαλοι , η ταχυκαρδία και εμετοί. Τα συμπτώματα αυτά σχετίζονται συνήθως με άγχος αποχωρισμού από τους γονείς ή το σπίτι.

 

Πέρα όμως από τα σωματικά συμπτώματα, το παιδί, ανεξάρτητα από το φύλο του, εκδηλώνει και μία σειρά ψυχολογικών συμπτωμάτων τα οποία καταδεικνύουν το πρόβλημα και συχνά αποτελούν την αφορμή για την προσφυγή στους ειδικούς της ψυχικής υγείας.

 

Η απροθυμία να παρευρεθεί στο σχολείο, η τάση απομόνωσης, οι διαταραχές ύπνου, η νυχτερινή ενούρηση, η δυσκολία κοινωνικοποίησης και η αντιδραστικότητα είναι μερικά αυτά.

 

Τα συμπτώματα καταγράφονται και αξιολογούνται με τη χρήση κλινικών κριτηρίων και ψυχομετρικών εργαλείων όπως το Child Behavior Checklist (CBCL) και σχετίζονται με ψυχολογικές δυσκολίες που εντοπίζονται σε διάφορες ηλικιακές ομάδες, και σε παιδιά και σε εφήβους.

 

Πώς αντιμετωπίζεται   

 

Το μεγάλο πρόβλημα (και η μεγάλη αγωνία των γονέων) είναι το πως αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά αυτό το σύνδρομο το οποίο επιφέρει πίεση και αγωνία στο παιδί.

 

Δύο είναι τα κλειδιά αυτής της προσπάθειας, σύμφωνα με τους ειδικούς. Η συνεργασία με τη σχολική κοινότητα και κυρίως τους εκπαιδευτικούς του παιδιού και η επιλογή του σωστού ειδικού ψυχικής υγείας.

 

Οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις όπως γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία, παιγνιοθεραπεία, ψυχοεκπαίδευση παιδιού και γονέων μπορούν να βοηθήσουν σαφώς. Αν συνοδεύοντα από προσπάθειες για ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και της θετικής αυτοεικόνας του παιδιού μέσω ατομικής θεραπείας, τα πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμη καλύτερα.

 

Το σχολείο από την πλευρά του μπορεί να φροντίσει έτσι ώστε να διασφαλιστεί η βελτίωση κλίματος τάξης, η υποστήριξη κοινωνικής ένταξης, η διαχείριση τυχόν σχολικού εκφοβισμού ή αυστηρότητας εκπαιδευτικών. Ο σχολικός εκφοβισμός δεν αποκλείεται να αποτελεί την αιτία της εμφάνισης του συνδρόμου.

 

Πάντως το σύνδρομο ως τάση δεν είναι ακριβώς καινούργιο. Η σχολική άρνηση ως ψυχολογική κατάσταση άρχισε να καταγράφεται επιστημονικά από τις πρώτες μελέτες ψυχικής υγείας και παιδοψυχιατρικής τον 20ό αιώνα, όταν άρχισε η συστηματική έρευνα σε παιδικές φοβίες και αγχώδεις διαταραχές.

 

Στην Ελλάδα η σχολική φοβία και άρνηση είναι αναγνωρισμένες από τις δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ιστορικά, τα πρώτα συστηματικά αναγνώσματα για προβλήματα στη σχολική φοίτηση εμφανίστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα παράλληλα με τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις.

 

Παρόλα αυτά η σαφής εννοιολόγηση και καταγραφή της ως “σχολική άρνηση” έλαβε χώρα μέσα από τη διαρκώς αναπτυσσόμενη παιδοψυχιατρική κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα έως σήμερα.