Την επιβολή δασμών έως και 42,7% σε γαλακτοκομικά προϊόντα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που θα τεθούν σε ισχύ στις 23 Δεκεμβρίου, ανακοίνωσε η Κίνα, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκφράζει έντονη δυσαρέσκεια για την απόφαση, που εκδόθηκε στο πλαίσιο κινεζικής έρευνας περί επιδοτήσεων την οποία οι Βρυξέλλες αμφισβητούν ευθέως.
Το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας ανέφερε οτι οι επιδοτήσεις της ΕΕ για τα γαλακτοκομικά προϊόντα προκάλεσαν «σημαντική ζημιά» στις εγχώριες γαλακτοκομικές βιομηχανίες της χώρας.
Όπως όμως δήλωσε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Όλοφ Γκιλ, η εκτίμηση της Επιτροπής είναι ότι η κινεζική διαδικασία στηρίζεται σε αμφισβητήσιμους ισχυρισμούς και ανεπαρκή στοιχεία, άρα τα μέτρα δεν δικαιολογούνται.
Τόνισε επίσης ότι η ΕΕ θα εξαντλήσει κάθε διαθέσιμο μέσο για να προστατεύσει τους αγρότες, τις εξαγωγές της και την Κοινή Αγροτική Πολιτική από – όπως είπε – καταχρηστική αξιοποίηση εμπορικών «αμυντικών» εργαλείων εκ μέρους της Κίνας, υπενθυμίζοντας ότι το θέμα έχει ήδη φτάσει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Κατά τον ίδιο, πρόκειται για ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη στις σχέσεις ΕΕ – Κίνας.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, το Πεκίνο σκοπεύει να ολοκληρώσει την έρευνά του ως τις 21 Φεβρουαρίου, ημερομηνία κατά την οποία οι δασμοί ενδέχεται να αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα. Η ευρωπαϊκή πλευρά, ωστόσο, επιδιώκει να πείσει την Κίνα να τους αποσύρει.
Το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε ότι οι δασμοί – από 21,9% έως 42,7% – καλύπτουν κυρίως τυριά, αλλά και ορισμένα γάλατα και κρέμες. Το Πεκίνο υποστηρίζει ότι τα προϊόντα αυτά ωφελούνται από επιδοτήσεις που προκαλούν ουσιαστική ζημία στους Κινέζους παραγωγούς.
Η έρευνα κατά των επιδοτήσεων ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2024, επισήμως έπειτα από αίτημα της Γαλακτοκομικής Ένωσης της Κίνας.
Πολλοί, πάντως, τη συνδέουν με την προηγούμενη ευρωπαϊκή απόφαση για αυξημένους δασμούς στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα κινεζικής κατασκευής, θεωρώντας την κίνηση του Πεκίνου ως ανταποδοτική πίεση προς τις Βρυξέλλες.












