Μαζικές υποχρεωτικές μεταθέσεις από τα Τελωνεία στα νέα Τελωνειακά Ελεγκτικά Κέντρα που θέσπισε ο Γ. Πιτσιλής, απογυμνώνουν το ελεγκτικό έργο ● Η χρόνια «τσιγκουνιά» στις προσλήψεις έχει αποτέλεσμα τεράστια κενά, γερασμένο και εξουθενωμένο προσωπικό, «χάσμα γενεών» με έλλειψη εκπαιδευμένου και έμπειρου δυναμικού στις μικρές και ενδιάμεσες ηλικίες
Τα τελωνεία συγκαταλέγονται στις παλαιότερες δημόσιες υπηρεσίες, από τις πρώτες που έφτιαξε ο Καποδίστριας. Σε αυτά οφείλεται η συλλογή σημαντικού μέρους των δημόσιων εσόδων φορολογικού χαρακτήρα, που προσεγγίζουν τα 10 δισ. ευρώ ετησίως -μάλιστα ένα μέρος τους είναι χρήματα που μπαίνουν άμεσα στο δημόσιο ταμείο. Είναι επίσης μια «ιδιαίτερη» υπηρεσία: οι τελωνειακοί φέρουν το εθνόσημο, φέρουν όπλο, έχουν βαθμό, σε τυχόν επιστράτευση θα επιστρατευτούν, ενώ είναι οι μόνοι υπάλληλοι του φοροεισπρακτικού και φοροελεγκτικού μηχανισμού που έχουν δικαίωμα διενέργειας ανάκρισης –ο τελωνειακός είναι ειδικός ανακριτικός υπάλληλος.
Αυτή η τόσο ιδιαίτερη, κρίσιμη και οικονομικά αποδοτική για το δημόσιο ταμείο υπηρεσία περνάει φάση τρομερών αναταράξεων, εξαιτίας δύο βασικών λόγων: α) της χρόνιας υποστελέχωσης και της απίστευτης και ανορθολογικής «τσιγκουνιάς» στην πρόσληψη προσωπικού, β) της νέας «μεγάλης μεταρρύθμισης» που εμπνεύστηκε ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής, για τη δημιουργία των Τελωνειακών Ελεγκτικών Κέντρων (ΤΕΚ). Στη συνάντησή της με τη χρόνια υποστελέχωση και «τσιγκουνιά» στις προσλήψεις, η δημιουργία των ΤΕΚ επέφερε τραγικές ανεπάρκειες στο ελεγκτικό έργο και εικόνα κατάρρευσης.
«Τσιγκουνιά»
Οι φορολογικοί υπάλληλοι έφεραν πέρυσι στα ταμεία του Δημοσίου 68,787 δισ. ευρώ. Από αυτά, σχεδόν 10 δισ. ευρώ οφείλονται στη δουλειά των τελωνειακών. Κι όμως, το υπουργείο Οικονομικών και ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γ. Πιτσιλής, επιδεικνύουν ακραία και πέραν κάθε λογικής «τσιγκουνιά» στην πρόσληψη προσωπικού, για μια υπηρεσία μάλιστα και για υπαλλήλους που «βγάζουν τα λεφτά τους» -και με το παραπάνω. Οι φορολογικές υπηρεσίες στο σύνολό τους έχουν το μισό τους ανθρώπινο δυναμικό σε σχέση με την περίοδο πριν τα μνημόνια, η δε φιλοσοφία πίσω από τις μεταρρυθμίσεις που προωθούνται είναι πως η υπερ-συγκέντρωση των υπηρεσιών και η υπερ-επίσπευση της ψηφιοποίησης θα λύσουν όλα τα προβλήματα, κυρίως όμως θα «πακετάρουν» αντικείμενα, ώστε να μπορούν να δοθούν με outsourcing στον ιδιωτικό τομέα.
Καθώς το πρόβλημα είναι χρόνιο, αφού διαρκεί μία και πλέον δεκαετία, έχει συσσωρεύσει αποτελέσματα που δεν ανατάσσονται πλέον εύκολα. Το σημαντικότερο είναι ότι δεν έχει εκπαιδευτεί μια νέα γενιά τελωνειακών στο δύσκολο έργο του φυσικού ελέγχου. Το τελωνειακό δυναμικό είναι πλέον γερασμένο και υπερεξαντλημένο, πολλοί δε είναι αυτοί που σκέφτονται να αποχωρήσουν. Οι προσλήψεις γίνονται με το σταγονόμετρο, η δε προτεραιοποίηση της συγκέντρωσης των υπηρεσιών με τη δημιουργία των ΤΕΚ -και όχι μόνο- αντί να συμβάλει στην αντιμετώπιση του προβλήματος έλλειψης προσωπικού για τη διενέργεια του φυσικού ελέγχου, το επιδεινώνει, καθώς οι νεοπροσλαμβανόμενοι είτε καταλήγουν στα γραφεία είτε βγαίνουν στο πεδίο χωρίς εμπειρία και χωρίς να υπάρχει κανείς να τους διδάξει.
Χωρίς ελεγκτές
Η τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκεται το έργο του φυσικού ελέγχου αποδίδεται με δύο μόνο παραδείγματα:
● Στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» υπάρχουν μόνο 3 ελεγκτές επιφορτισμένοι με τον φυσικό έλεγχο! Σε ένα αεροδρόμιο που ετοιμάζεται να υποδεχτεί το 2025 έως 40 εκατομμύρια επιβάτες, εκ των οποίων περίπου οι μισοί από τρίτες χώρες! Οι ανάγκες είναι προφανώς πολλαπλάσιες: Χρειάζονται τουλάχιστον 6 ελεγκτές στην αίθουσα, τουλάχιστον 2-3 στο ταχυδρομείο (το οποίο έχει «τιγκάρει» με 2 εκατομμύρια δέματα που πρέπει να ελεγχθούν), 1-2 ελεγκτές στις 3 αποθήκες και 2-3 στο αντικείμενο των φόρων και δασμών. Ο ελάχιστος αριθμός ξεπερνάει τα 15 άτομα, όσοι ήταν πριν μερικά χρόνια, αλλά τώρα έχουν μείνει 3!
● Στο τελωνείο Ελευσίνας, που είναι τελωνείο αιχμής, καθώς έχει και λιμάνι και αεροδρόμιο, υπάρχει μόνο ένας ελεγκτής, κι αυτός πολύ κοντά στη σύνταξη και με προβλήματα υγείας. Υπάρχει επίσης μία (1) τελωνειακός του δικαστικού, που κάνει τα πάντα: επιβολή προστίμων, γραφική δουλειά κ.λπ.
Πώς βγαίνει η δουλειά υπ’ αυτές τις συνθήκες; Πρώτον… δεν βγαίνει, δεύτερον, στον βαθμό που βγαίνει, οφείλεται σε υπερεργασία (16ωρα, χωρίς ρεπό, με μεγάλη ένταση), στα όρια της ανθρώπινης αντοχής, που οδηγεί τους ελεγκτές στην υπερεξάντληση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι… εναπομείναντες ελεγκτές στο αεροδρόμιο έχουν «κάβα» εκατοντάδες ρεπό (!), που βέβαια δεν πρόκειται ποτέ να πάρουν. Πέραν όλων των άλλων, όλο αυτό το «μπάχαλο» σημαίνει και απώλεια εσόδων για το ελληνικό Δημόσιο – που θα αρκούσαν να χρηματοδοτήσουν την κάλυψη κενών θέσεων.
Μεταθέσεις
Ολα αυτά είναι αποτέλεσμα των συνεπειών της νέας «μεγάλης μεταρρύθμισης», με την κεντρικοποίηση του ελέγχου μέσω των Τελωνειακών Ελεγκτικών Κέντρων (ΤΕΚ) σε μια ήδη υποστελεχωμένη υπηρεσία. Για να στελεχώσει τα ΤΕΚ, η ΑΑΔΕ προχωρεί σε διαδοχικά «κύματα» υποχρεωτικών (δηλαδή χωρίς τη συναίνεση των υπαλλήλων) μεταθέσεων από τα τελωνεία.
Για να «μπαλώσει» όπως όπως την κατάσταση στα ΤΕΚ, απογυμνώνονται από προσωπικό οι υπηρεσίες «πρώτης γραμμής». Φυσικά, για μία ακόμη φορά, η «μεταρρύθμιση» γίνεται με υπερ-επίσπευση, κάτι που επιδεινώνει τα ήδη μεγάλα προβλήματα.
Δημοσίως, ως λόγος για τη δημιουργία των ΤΕΚ προβάλλεται η πάταξη της διαφθοράς. Προς τούτο, όλα τα δεδομένα θα συγκεντρώνονται στα ΤΕΚ και σε κεντρικό σέρβερ και θα ελέγχονται (στα γραφεία) από τους υπαλλήλους των ΤΕΚ. Ο επί του πεδίου ελεγκτής θα ενημερώνει τον υπάλληλό του ΤΕΚ, ο οποίος θα πρέπει να περιμένει (καμιά φορά και ώρες) να τελειώσει ο έλεγχος και να τον ενημερώσει, για να καταχωρίσει τη διασάφηση στον σέρβερ. Ετσι, ο ύποπτος για διαφορά, δηλαδή ο άμεσος ελεγκτής, θα ελέγχεται από κάποιον μέσα σε ένα γραφείο, παρ' όλο που αυτός ο δεύτερος θα συμπληρώνει τις διασαφήσεις με βάση όσα του λέει ο ύποπτος για διαφθορά…
Η Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδος (ΟΤΥΕ) κατά των υποχρεωτικών μεταθέσεων
Σε πρόσφατη ανακοίνωσή της για τις υποχρεωτικές μεταθέσεις, η Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδος (ΟΤΥΕ) αναφέρει μεταξύ άλλων: «Για τρίτη φορά επαναλαμβάνεται το ίδιο σενάριο των υποχρεωτικών μεταθέσεων για την ενίσχυση των ΤΕΚ. Η διαμορφωθείσα κατάσταση δεν φέρει κανένα χαρακτηριστικό σύγχρονης διοίκησης που λειτουργεί με σχέδιο, θεσμικό πλαίσιο και στόχους. Αγνωστα, αδιαφανή, ακατανόητα, ίσως και ανύπαρκτα τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τις υποχρεωτικές μετατάξεις».
Πάνος Κοσμάς