Τέμπη : Τι απαντά η ομάδα Κοκοτσάκη στην ΕΛ.ΑΣ. για τα βίντεο της εμπορικής αμαξοστοιχίας

Μια πρώτη απάντηση στην ΕΛΑΣ και στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, η οποία αμφισβήτησε το πόρισμα της ομάδας των πραγματογνωμόνων σχετικά με τα βίντεο της εμπορικής αμαξοστοιχίας, δίνει ο Βασίλης Κοκοτσάκης τεχνικός σύμβουλος συγγενών και τραυματιών στα Τέμπη, και πραγματογνώμονας σε υποθέσεις πυρκαγιών και εμπρησμών.

 

Ο Βασίλης Κοκοτσάκης με ανάρτησή του στο Facebook, σημειώνει ότι η ανακοίνωση της ΕΛΑΣ, απαντά γενικά σε δημοσιεύματα και δεν απαντά «στις εκτενείς, τεκμηριωμένες τεχνικές εκθέσεις της ομάδας μας. Ως εκ τούτου, η απάντησή της δεν καλύπτει ουσιαστικά τις σοβαρές αβλεψίες της ΔΕΕ που καταγράφονται ρητά στις εκθέσεις μας, είτε λόγω πλήρους αγνόησης του περιεχομένου τους είτε λόγω επιφανειακής ανάγνωσης».

 

Ο πραγματογνώμονας συγγενών θυμάτων της εθνικής τραγωδίας στα Τέμπη επισημαίνει ακόμα ότι «με κανένα τρόπο δεν επιβεβαιώθηκε η συνολική διαδρομή των επίμαχων αρχείων βίντεο από τις κάμερες στα καταγραφικά και από τα καταγραφικά στους κεντρικούς εξυπηρετητές».

 

Υπενθυμίζεται ότι η ομάδα Κοκοτσάκη δημοσίευσε πρόσφατα δύο εκθέσεις που αποδομούν τα συμπεράσματα της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών (ΔΕΕ), είναι 90 και 69 σελίδων αντίστοιχα.

 

Σύμφωνα με τον Βασίλη Κοκοτσάκη και την ομάδα του, τα τρία επίμαχα βίντεο που χαρακτηρίστηκαν ως «γνήσια» και αξιοποιήθηκαν από τις Αρχές, δεν πληρούν τις απαραίτητες τεχνικές προϋποθέσεις για να θεωρηθούν αξιόπιστα τεκμήρια.

 

Αναλυτικά η ανάρτηση Κοκοτσάκη

 

Από τον κ. Carasco και την τεχνική ομάδα, κοινοποιείται η παρακάτω συνοπτική προφορική απάντηση, σχετικά με την ανακοίνωση της ΔΕΕ.

 

“Η ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. απαντά γενικά σε “δημοσιεύματα και διαδικτυακές αναφορές τρίτων” και όχι στις εκτενείς, τεκμηριωμένες τεχνικές εκθέσεις της ομάδας μας. Ως εκ τούτου, η απάντησή της δεν καλύπτει ουσιαστικά τις σοβαρές αβλεψίες της ΔΕΕ που καταγράφονται ρητά στις εκθέσεις μας, είτε λόγω πλήρους αγνόησης του περιεχομένου τους είτε λόγω επιφανειακής ανάγνωσης.

 

Με κανένα τρόπο δεν επιβεβαιώθηκε η συνολική διαδρομή των επίμαχων αρχείων βίντεο από τις κάμερες στα καταγραφικά και από τα καταγραφικά στους κεντρικούς εξυπηρετητές. Αντί αυτού τα 3 επίμαχα βίντεο που προυπήρχαν εντός του USB stick από τις 20-11-2024 και προσκομίστηκαν στον κ. Ανακριτή μόλις στις 05-02-2025 κρίθηκαν ως γνήσια αντίγραφα συγκρινόμενα με αρχεία που τοποθετήθηκαν στους κεντρικούς εξυπηρετητές εκτός της τυπικής διαδικασίας, ενώ δύο από αυτά μάλιστα τοποθετήθηκαν στους κεντρικούς εξυπηρετητές λίγο πριν την κατάσχεση τους και ενώ είχε ήδη προσκομιστεί το USB stick.

 

Ενώ αποτυπώθηκαν παράτυπες προσβάσεις/ενέργειες χρηστών (επώνυμα αλλά και ανώνυμα) μεταξύ των οποίων και παράτυπες διαγραφές σε καταγραφικά, κεντρικούς εξυπηρετητές και αντίγραφα ασφαλείας δεν αναγράφησαν στα τελικά συμπεράσματα ώστε ο κ. Ανακριτής να αποτιμήσει την σκοπιμότητά τους.

 

Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία αναφορά στην ανεύρεση του καταγραφικού μηχανήματος στον χώρο της Ραψάνης, το οποίο, θεωρητικά, έχει αποθηκεύσει δύο από τα τρία κρίσιμα βίντεο. Παρά ταύτα, μέχρι σήμερα δεν έχει ξεκινήσει καμία διαδικασία έρευνας ή προκαταρκτικής εξέτασης από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών (ΔΕΕ).

 

Επίσης, αν και γίνεται αναφορά στη συχνή χρήση των συναρτήσεων κατακερματισμού MD5 και SHA-1, δεν επισημαίνεται το γεγονός —γνωστό στην κοινότητα της κυβερνοασφάλειας— ότι οι δύο αυτοί αλγόριθμοι θεωρούνται αναξιόπιστοι εδώ και χρόνια.

 

Τέλος, όσον αφορά τα υδατογραφήματα, η ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. αναφέρει ότι «πραγματοποιήθηκαν πλήθος εργαστηριακών δοκιμών», χωρίς όμως να παρέχεται τεκμηρίωση των δοκιμών αυτών, και κυρίως χωρίς να δίνονται απαντήσεις στα ερευνητικά μας ευρήματα που αφορούν:

 

(α) τη μη ταύτιση της ημερομηνίας και ώρας του βίντεο με αυτές που εμφανίζονται στο ψηφιακό υδατογράφημα, και

 

(β) σημαντικές ασυνέχειες στην ακολουθία των χρονικών ενδείξεων του ψηφιακού υδατογραφήματος.”

 

Λεπτομερής τεχνική απάντηση, θα κοινοποιηθεί πολύ σύντομα.

 

Τέμπη: Η απάντηση της ΕΛΑΣ για τα βίντεο που αμφισβητεί η ομάδα Κοκοτσάκη

 

Σε ανακοίνωση της η ΕΛΑΣ με αφορμή δημοσιεύματα για την αμφισβήτηση της εγκυρότητας των βίντεο της εμπορικής αμαξοστοιχίας της τραγωδίας των Τεμπών, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «δεν υπάρχει πιθανότητα παραποίησης».

 

Στην ανακοίνωση της υποστηρίζει, αρχικά, ότι «η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών είναι η καθ’ ύλη αρμόδια Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διενέργεια εγκληματολογικών ερευνών και τη σύνταξη εργαστηριακών πραγματογνωμοσυνών, εφαρμόζοντας σύγχρονες, επιστημονικοτεχνικά τεκμηριωμένες, διεθνώς αναγνωρισμένες και δικαστικά παραδεκτές μεθόδους, οι οποίες είναι πιστοποιημένες σύμφωνα με διεθνή πρότυπα ISO.

 

Στο πλαίσιο αυτό και κατόπιν παραγγελίας του αρμόδιου Εφέτη Ανακριτή, η Δ.Ε.Ε. συνέταξε δύο εκθέσεις εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης, στις οποίες αποτυπώνονται με ακρίβεια όλες οι ενέργειες που αφορούν την ιχνηλασιμότητα των αρχείων, την ανάλυση των καταγραφών συμβάντων συστήματος, καθώς και τον τεχνικό έλεγχο για τυχόν αλλοιώσεις ή επεξεργασίες του οπτικοακουστικού υλικού».

 

Στη συνέχεια, περιγράφοντας την διαδικασία που ακολουθήθηκε για την εξέταση τον βίντεο αναφέρουν:

 

«Πιο αναλυτικά, αναλύθηκαν όλες οι πτυχές της διαδρομής των επίμαχων αρχείων βίντεο, τόσο στη συσκευή καταγραφής, όσο και στους κεντρικούς εξυπηρετητές / περιφερειακά μηχανήματα.

 

Επίσης, αποτυπώθηκαν οι ενέργειες των χρηστών και το ιστορικό των αρχείων προς την πλήρη ιχνηλασιμότητα αυτών, ενώ αναπτύχθηκε και ειδικό λογισμικό με το οποίο επετεύχθη αποκρυπτογράφηση αρχείων καταγραφής συμβάντων.

 

Ενδεικτικά:

  • όλες οι πληροφορίες, που αναφέρονται ως «παραλείψεις» ή «ανεξερεύνητα ερωτήματα», αναδείχθηκαν και αποτελούν μέρος των εκθέσεων εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης, τα οποία εντοπίστηκαν, αναλύθηκαν και αποτυπώθηκαν με σαφήνεια, προκειμένου ο κ. Ανακριτής να έχει ολοκληρωμένη άποψη ως προς το ιστορικό και την ιχνηλασιμότητα αρχείων,
  • οι συναρτήσεις κατακερματισμού (MD5 και SHA-1), που από εκθέσεις τεχνικών συμβούλων θεωρούνται ως μη αξιόπιστες, χρησιμοποιούνται από όλα τα εγκληματολογικά εργαστήρια παγκοσμίως και αποτελούν μέρος τυποποιημένης διαδικασίας λειτουργίας της Δ.Ε.Ε. (ISO17020). Σημειώνεται ότι από τη Δ.Ε.Ε. στην εν λόγω υπόθεση, όπως και σε όλες τις υπό έρευνα υποθέσεις, χρησιμοποιούνται και οι δύο συναρτήσεις συνδυαστικά, καθιστώντας πρακτικά αδύνατο τον εντοπισμό δύο διαφορετικών αρχείων με τον ίδιο συνδυασμό αλφαριθμητικών ταυτοτήτων,
  • καταγράφηκαν αμφότερες οι εκδόσεις των λογισμικών «IVMS» και αναλύθηκαν ως προς τον τρόπο λειτουργίας τους, με σκοπό τον εντοπισμό στοιχείων αναφορικά με την ιχνηλασιμότητα των αρχείων βίντεο,
  • ως προς τη φερόμενη παράλειψη των μεταδεδομένων των αρχείων βίντεο από τις εκθέσεις εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης, κατόπιν πολλαπλών εργαστηριακών δοκιμών προέκυψε ότι τα επίμαχα συστήματα δημιουργούν αρχεία βίντεο ιδιωτικής «proprietary» κωδικοποίησης και δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ένα “τυπικό” αρχείο διαμόρφωσης «.mp4»,
  • δεν προκύπτει πιθανότητα παραποίησης των ημεροχρονολογιών τόσο στους προσωπικούς υπολογιστές, όσο και στους εξυπηρετητές, δεδομένου ότι εξήχθησαν όλα τα αρχεία καταγραφής συμβάντων, τα οποία αποτελούν μέρος της εξέτασης και των εργαστηριακών δοκιμών, ενώ
  • ως προς τα ψηφιακά υδατογραφήματα, πραγματοποιήθηκαν πλήθος εργαστηριακών δοκιμών (όπως έλεγχος ανθεκτικότητας του υδατογραφήματος και συμπεριφορά αυτού, συγχώνευση βίντεο, επέμβαση σε αδόμητη μορφή, χρήση λογισμικών επεξεργασίας κ.λπ.) σε αντίγραφα των επίμαχων αρχείων βίντεο, καθώς και σε πληθώρα αρχείων βίντεο διαφορετικών μοντέλων και εκδόσεων καταγραφικών συστημάτων του κατασκευαστή, σύμφωνα και τα σχετικά τεχνικά εγχειρίδια, από την ανάλυση των οποίων προέκυψε όμοια συμπεριφορά με αυτή σε μη επεξεργασμένα βίντεο».

 

Τέλος, η ανακοίνωση τονίζει ότι «η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών διαθέτει ειδικευμένο προσωπικό, τεχνογνωσία και επιχειρησιακή ετοιμότητα για την ανάλυση ακόμα και των πιο σύνθετων ψηφιακών δεδομένων, και στέκεται με διαχρονική συνέπεια στον θεσμικό της ρόλο: την υποστήριξη της Δικαιοσύνης με τεχνικά αδιάσειστα και νομικά παραδεκτά ευρήματα.

 

Η υπευθυνότητα, η επιστημονική ακρίβεια και η αντικειμενικότητα των ερευνών της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών είναι αδιαπραγμάτευτες.

 

Η Ελληνική Αστυνομία θα συνεχίσει να συμβάλει έμπρακτα, με επαγγελματισμό και υπευθυνότητα, στις έρευνες των δικαστικών Αρχών και οποιαδήποτε αναφορά γίνεται προς την αντίθετη κατεύθυνση, όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αλλά σκοπεύει στον αποπροσανατολισμό και τη δημιουργία λανθασμένων εντυπώσεων στην κοινή γνώμη».

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΝΕΑ