Συνενοχές; Πανούσης Γιάννης

Η βία της βίας, η τυφλή οργή, η κατά περίσταση στοχοποίηση «εχθρού», ο φόβος του εγκλήματος ή και η άκριτη υιοθέτηση ακραίων πολιτικών θέσεων, η αίσθηση του χαμένου ή του αιώνιου θύματος διαλύουν τον κοινωνικό ιστό και αδυνατίζουν τη Δημοκρατία.

 

ο φίδι να μας φοβηθεί κι όχι εμείς το φίδι

 

Κώστας Μαρδάς, «Και τι είν’ ωρέ ο θάνατος μπρος στην ασυμμετρία;»

 

 

Η αξία του ανθρώπου (και βέβαια η αναγνώριση και ο σεβασμός της) αποτελεί το κρίσιμο μέτρο της ποιότητας της Δημοκρατίας. Μιας Δημοκρατίας συχνά αδιαφανούς, αφού οι μεγάλες αλήθειές της βρίσκονται στα σκοτεινά σημεία ή και στα κενά της. Οι συλλογικοί μύθοι, ως αυταπάτες και ως λατρευτικό μυστήριο, λειτουργούν με την ισχύ μιας φιλολαϊκής «εντελέχειας» που μπορεί να οδηγήσει στη «διακυβέρνηση του οποιουδήποτε».

 

Στη Δημοκρατία η μακρόχρονη άσκηση στην υποταγή/υπακοή ενίοτε συνοδεύεται και από αιφνίδιες εκ-ρήξεις αντί-δρασης, ιδίως όταν συνδυάζεται με οικονομική ή υγειονομική κρίση. Η βίαιη αλλαγή του τρόπου (και επιπέδου) ζωής και ο κοινωνικός κατακερματισμός (ή και αυτοματισμός), από τη μία, και το «τυφλό παιχνίδι των φατριών από το παρασκήνιο», από την άλλη, καθιστούν τη Δημοκρατία όμηρο της συγκυρίας των παθών (και των λαθών). Η κοινωνική συναίνεση σε περιόδους κρίσης είναι δύσκολη αλλά η επιλογή της οριστικής(;) ρήξης οδηγεί σε δρόμους αγνώστων συνεπειών για όλους. Η πραγματική, ημιαληθής ή κατασκευασμένη κατάσταση ανάγκης μάς καλεί σε νηφάλια διαχείρισή της και όχι σε όξυνση των αντιθέσεων. Ο σπόρος της αγανάκτησης δεν γνωρίζει κανείς εκ των προτέρων αν θα γονιμοποιήσει άνθος ή κάκτο.

 

Η βία της βίας, η τυφλή οργή, η κατά περίσταση στοχοποίηση «εχθρού», ο φόβος του εγκλήματος ή και η άκριτη υιοθέτηση ακραίων πολιτικών θέσεων, η αίσθηση του χαμένου ή του αιώνιου θύματος διαλύουν τον κοινωνικό ιστό και αδυνατίζουν τη Δημοκρατία. Θύματα και δράστες της παροξυστικής βίας – που αρχίζει από την αθώα(;) μούντζα, συνεχίζει στο «δροσερό» γιαούρτωμα και συχνά καταλήγει στην πολιτική(;) γενικοκουκουλομπαχαλοποίηση – εμπλέκονται σε έναν φαύλο κύκλο (αντ)εκδίκησης. Ο «αυτοαναγορευόμενος επαναστάτης» (γενικών καθηκόντων;) που δεν σέβεται τίποτα και κανέναν και θεωρεί τον εαυτό του και τον «χώρο» του ως τους μόνους καθαρούς και άσπιλους έχει δυστυχώς καταστεί για πολλούς στη Μεταπολίτευση «παράδειγμα αντίστασης». Η κουλτούρα της πολιτικής διαφωνίας χάνεται σιγά-σιγά και αντικαθίσταται από τη νομιμοποίηση της ανομίας/ατιμωρησίας κάθε εξέγερσης και κάθε «εξεγερμένου».

 

Η Δημοκρατία τραυματίζεται από τον φανατισμό και τον βαρβαρισμό, τον καιροσκοπισμό και τον κυνισμό, και διολισθαίνει προς την αυθαιρεσία, την ανομία, την αναρχία. Οι αντίπαλοι «αλληλοπυροβολούνται» αντί να διαλέγονται.

 

Κινούμαστε άναρχα κι επικίνδυνα στο αντικοινωνικό πεδίο των ακροτήτων, του παραλόγου, της παράκρουσης. Εκπαιδευόμαστε στη βία και διδάσκουμε βία. Η βία εναντιώνεται ή και καταργεί τον δημοκρατικό διάλογο υπερβαίνοντας τις πολιτικές αντιπαραθέσεις. Η αντίσταση κατά της βίας (και των βίαιων) συνιστά δημοκρατικό χρέος. Προσοχή! Η απόσταση ανάμεσα σε μια κοινωνία που απελευθερώνεται και μια κοινωνία που (αυτο)καταστρέφεται είναι μικρή.

 

Ας μη διαβούμε τη διαχωριστική γραμμή ισχυριζόμενοι ότι μόνο έτσι ο κόσμος (μας) θα γίνει καλύτερος.

Πηγή: Το ΒΗΜΑ